ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΑΝΔΗΜΙΑ 2: Κράτος-Θέαμα, Internet και Πολιτική Συνείδηση

 





"Η επιβολή των lockdowns παγκοσμίως και η συνθήκη του εγκλεισμού έθεσε τις βάσεις για μια Θεαματικοποίηση της συνείδησης, καθώς μεγάλο μέρος της κοινωνικής ζωής (αν όχι όλο) αντικαταστάθηκε από τα social media και την online πραγματικότητα της υπερπληροφόρησης, της διάσπασης και της α-συνεκτικότητας. Τα γεγονότα τείνουν να χάνουν το πλαίσιο τους, την μνήμη τους, την ιστορική τους συνέχεια.


Η υλική πραγματικότητα του lockdown είχε ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση κάθε ενσώματης μορφής του κοινωνικού από το interface, την επιφάνεια αλληλεπίδρασης χρήστη και οθόνης. Διαρκής συνδεσιμότητα στα social media, scroll, youtube, tik tok, σειρές και gaming αποτέλεσαν για όλους και αποτελούν για πολλούς ακόμα το μεγαλύτερο μέρας

Η ζωή πλεόν, φαίνεται να υπάγεται στον κόσμο του Θεάματος, η επικοινωνία μας να μεσολαβείται ψηφιακά, παράγοντας έτσι το πρωτογενές υλικό για μηχανές «εξόρυξης δεδομένων», μηχανές καταγραφής συμπεριφορικών μοντέλων, μηχανές ψηφιακής αντιεξέγερσης και ελέγχου.

Ακόμη και η διακυβέρνηση ασκείται με θεαματικό τρόπο, παράγοντας μια θεαματική επιφάνεια στην οποία αναδιπλασιάζεται και εγγράφεται η κυριαρχία."


*Το κείμενο αυτό είναι το δεύτερο μέρος μιας μπροσούρας για την πανδημία και το υποκείμενο, επικεντρωμένο στο κομμάτι της συνείδησης, σε σχέση με τον νέο κοινωνικό πόλεμο και το Κράτος στη (μετα)πανδημική εποχή.


ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 


ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΑΝΔΗΜΙΑ 2

Κράτος -Θέαμα, Internet και Πολιτική Συνείδηση

 

«Η θεαματική διακυβέρνηση, που κατέχει πλέον όλα τα διαθέσιμα μέσα για να κλονίσει τα θεμέλια κάθε συνεκτικότητας στην υλική βάση ή στην αντίληψη. Είναι ο απόλυτος Κύριος της μνήμης αλλά και κάθε σχεδιασμού, ακόμα και για το πιο μακρινό μέλλον».

Guy Debord, Σχόλια πάνω στην Κοινωνία του Θεάματος, 1988

«Ο κυβερνοχώρος είναι σαν το όνειρο: και τα δύο περιλαμβάνουν αναπαραστάσεις. Ο κυβερνοχώρος μπορεί να είναι πεδίο φαντασίας, εξερεύνησης και ανακάλυψης, συμβολισμού, ακριβώς όπως στην εργασία του ονείρου, ή μπορεί να είναι μέρος απόσυρσης, μίσους, αποκλεισμού, όπως στην ψυχική φυγή. Ο κίνδυνος του κυβερνοχώρου: τα αντικείμενα παίρνουν ταχύτατα το ένα την θέση του άλλου, συγχωνεύονται».

 Psychoanalysis, Identity and the Internet. 2016

 

Η επιβολή των lockdowns παγκοσμίως και η συνθήκη του εγκλεισμού έθεσε τις βάσεις για μια Θεαματικοποίηση της συνείδησης, καθώς μεγάλο μέρος της κοινωνικής ζωής (αν όχι όλο) αντικαταστάθηκε από τα social media και την online πραγματικότητα της υπερπληροφόρησης, της διάσπασης και της α-συνεκτικότητας. Τα γεγονότα τείνουν να χάνουν το πλαίσιο τους, την μνήμη τους, την ιστορική τους συνέχεια.

Η ζωή πλεόν, φαίνεται να υπάγεται στον κόσμο του Θεάματος, η επικοινωνία μας να μεσολαβείται ψηφιακά, παράγοντας έτσι το πρωτογενές υλικό για μηχανές «εξόρυξης δεδομένων», μηχανές καταγραφής συμπεριφορικών μοντέλων, μηχανές ψηφιακής ανίχνευσης και ελέγχου.

Ακόμη και η διακυβέρνηση ασκείται με θεαματικό τρόπο, παράγοντας μια θεαματική επιφάνεια στην οποία αναδιπλασιάζεται και εγγράφεται η κυριαρχία. Το φαίνεσθαι του Κράτους οργανώνεται ως Θέαμα:  αλλεπάλληλα σκάνδαλα, συμβάντα και εκκωφαντικές πολιτικές δηλώσεις, φαινομενικά παράλογες και υπερβολικές πρακτικές παράγονται και γνωστοποιούνται σε ταχύτατους ρυθμούς, χωρίς καμιά συνοχή ή βάση που να τα δικαιολογεί. Μέσα από το Κράτος ως Θέαμα εκφράζονται ουσιαστικές αντιφάσεις της Πατριαρχίας, του Έθνους-Κράτους και του Κεφαλαίου με την ζωή, αλλά παράλληλα  αποκρύπτεται και συσκοτίζεται ο ορθολογικός πυρήνας και σχεδιασμός τους, η οργάνωσή τους και τα πεδία λειτουργίας τους. Αυτό ενισχύεται από την καθολική διάσπαση προσοχής και κατακερματισμού της συνεκτικής σκέψης (πχ πλήρης αδυναμία να διαβαστεί ένα βιβλίο), αποτέλεσμα της με-λάθος-όρους χρήσης του internet, των social media και, που επιτάθηκε με το παρατεταμένο lockdown και στην οποία μετέχει σε ένα βαθμό, και ο κόσμος του ανταγωνιστικού κινήματος.

Σε αυτές τις συνθήκες, γίνεται υπαρκτός ο κίνδυνος να παγιδευτούν τα κινήματα, οι αντιστάσεις και οι δράσεις ενάντια στον Κρατικό σχεδιασμό μέσα στην θεαματική μορφή, παράγοντας μόνο προσωρινές αντιδράσεις απέναντι στις συνεχώς εναλλασόμενες θεαματικές αφορμές που δίνει το Κράτος, χάνοντας τον συνολικότερο σχεδιασμό και τις προτεραιότητες τόσο του Κράτους όσο και τις δικές του. Με αυτόν τον τρόπο, παραγνωρίζονται ή και φυσικοποιούνται οι περισσότερες, λιγότερο εντυπωσιακές αλλά εξίσου σημαντικές, πιο δομικές και στρατηγικές επιθέσεις που Κράτος και Κεφάλαιο πραγματοποιούν στην ζωή μας, όσο ενσωματώνουν τα κινήματα που καθηλώνονται στην θεαματική επιφάνεια με τακτικούς ελιγμούς όποτε χρειαστεί.

 

 

 

Το θέαμα της διακυβέρνησης και η διακυβέρνηση ως θέαμα

 

Η κλασική αντίληψη της κίνησης προς πιο ολοκληρωτικά καθεστώτα Άμυνας Ασφάλειας, πιο ασφυκτικά πλαίσια ελέγχου των πληθυσμών περιλαμβάνει την αναπαράσταση εκπροσώπων και φορέων, πάνω στους οποίους επενδύεται η συλλογική επιθυμία, και πολιτικών, στρατιωτικών και θεσμικών Αρχηγών, οι οποίοι προσωποποιούν συμπαγώς την Ασφάλεια, την Τάξη, την κρατική Ισχύ (Haworth, 2020).

Πράγματι, τα καπιταλιστικά κράτη αναδιαρθρώνονται αντιδραστικά σε μια πορεία μετασχηματισμού τους σε κράτη Άμυνας/Ασφάλειας, το περιβάλλον ασφάλειας και ελέγχου στο εσωτερικό τους αναβαθμίζεται. Η εν εξελίξει καπιταλιστική κρίση κανονικοποιείται στο πεδίο του κρατικού ελέγχου, με την κήρυξη πλέον μιας παγκόσμιας Έκτακτης Ανάγκης, ο έλεγχος και η επιτήρηση αυτοματοποιούνται με τη χρήση νέων τεχνολογιών και αλγορίθμων (drone, big data, αλγόριθμοι εξόρυξης δεδομένων, θερμικές κάμερες κοκ), η «ασφάλεια» πρωτοκολλοποιείται στα σύγχρονα εγχειρίδια αντιεξέγερσης: Εν τέλει, τα κράτη στοχεύουν στην κατασκευή ελεγχόμενων, στρατιωτικά και αστυνομικά περιφραγμένων περιβαλλόντων και ζωνών, εντός των οποίων οι ροές εμπορευμάτων, αξίας, εργασίας κυκλοφορούν, με το μικρότερο δυνατό κίνδυνο οι ροές αυτές να διακοπούν (από μια απεργία, μια πορεία, μια εξέγερση, μια «τρομοκρατική ενέργεια» κοκ).

Στο πλαίσιο αυτό, όσο καλύτερα λειτουργούν οι κυβερνολογικοί μηχανισμοί, όσο πιο καλά λειτουργούν οι αυτοματισμοί ενός συστήματος, τόσο λιγότερο το σύστημα αυτό έχει ανάγκη «ικανούς ηγέτες», «ικανούς» κυβερνητικούς αξιωματούχους κοκ.  Όσο πιο αδιάκοπτα λειτουργεί το σύστημα, τόσο πιο περιττοί και άρα συμπτωματικοί, τυχάρπαστοι και αναλώσιμοι γίνονται οι πολιτικοί «κυβερνώντες», τόσο πιο σημαντικοί αναδεικνύονται οι διάφοροι τεχνοκράτες (σε οικονομία, στρατό, ψυχολογικές επιχειρήσεις κλπ). Έτσι, όσο πιο αυτοματοποιημένα λειτουργεί η κυριαρχία, οι κρατικοί φορείς τείνουν να απονομιμοποιούνται συμβολικά και να αποκτούν περισσότερο μια θεαματική λειτουργία, ως συσσωρευμένο συνονθύλευμα ασυνάρτητων και αντιφατικών δηλώσεων, εικόνων, αιτιολογήσεων και στηρίξεων των πολιτικών που φαίνεται να λειτουργούν σε ένα post-truth καθεστώς.  Κάθε αναφορά στην πραγματικότητα και σε μια ορθολογική διάκριση αλήθειας-ψεύδους τείνει να χάνει κάθε σημασία. 

Η θέαση, το φαίνεσθαι του Κράτους πλέον αποτελεί μια διαρκή ροή σκανδάλων, αυθαιρεσιών, «αδικαιολόγητης» καταστολής. Το κρατικό φαίνεσθαι αποκτά τη μορφή scroll down όπου ο μόνος τρόπος για να φύγεις από ένα post topic είναι να μεταβείς στο επόμενο, στο επόμενο του επόμενου, στο μεθεπόμενο και ούτω καθεξής. Ο μόνος τρόπος να ξεχαστεί η κάθε ασυνέπεια, φαινομενική ανορθολογικότητα ή αυθαιρεσία του Κράτους είναι να προκύψει μια ακόμα, σε μια σειρά που επιταχύνεται όλο και περισσότερο και τελικά μεταμορφώνεται σε μια διαρκή ροή νέων, καθένα από τα οποία επιδιώκει να μονοπωλήσει την πλήρη προσοχή, να απωθήσει το γενικό πλαίσιο, τη γενικότερη σκηνή και την ιστορική συνέχεια: Σε αυτή τη ροή, μόνο το παρόν επικρατεί. Πλάι στη σταθερή (νεωτερική) αφήγηση για την αιώνια ανάπτυξη και τον εξορθολογισμό της κυριαρχίας, πολλαπλασιάζονται οι χαοτικές, έκτακτες πρακτικές, τα αστυνομικά, δικαϊκά και στρατιωτικά διατάγματα, οι έκτακτες τροπολογίες, οι «ανορθολογικές» τεχνικές. Το παρόν που επικρατεί μοιάζει να είναι χαοτικό και η «τάξη», ως η κρατικά επιβαλλόμενη κοινωνική ειρήνη, να είναι στο απόγειο της αλλά πιο εύθραυστη από ποτέ.

Το 2016 αποτέλεσε μια τομή στην αισθητική του Πολιτικού, με το Brexit και την άνοδο του Trump. Βλέπουμε πως στον Trump οι παλιοί κανόνες και νόρμες ενός πολιτικού λόγου δεν ίσχυαν. Η επιτυχία του δεν βασίστηκε ποτέ σε συνεκτικές αφηγήσεις και σχέδια. Δεν μπορούσε καν να ειπωθεί πως φάσκει και αντιφάσκει, πως την μια μέρα διαψεύδει και αναιρεί αυτά που λέει την επόμενη, πως παράγει αποδιοργανωμένο λόγο δίχως νόημα, γιατί ποτέ η αναφορά στο Πραγματικό δεν ήταν κριτήριο αλήθειας για τον ίδιο. Κάθε κριτική που προσπαθούσε να τον αποδομήσει λογικά, δυσκολευόταν απίστευτα, καθώς ερχόταν αντιμέτωπη με μια ακατάσχετη ροή λογυδρίων λεξιλόγιο 20-30 λέξεων, catch phrases, χειρονομιών και μικροεκφράσεων:

«Ο Τραμπισμός εκθέτει το βαθιά αθεμελίωτο του πολιτικού συστήματος, αξεχώριστο από το Θέαμα των ΜΜΕ και social media», καθώς αντί να «έρχεται σε σχέση με έναν εξωτερικό κόσμο, με μια πραγματικότητα, τα σημεία έρχονται πλέον και αντικαθιστούν την θέση των πραγμάτων. […] Οι δηλώσεις του δεν αναφέρονται σε ένα αναφερόμενο, είναι από μόνες τους πράγμα καθ’αυτό. Φαίνεται πως είναι πεπεισμένος πως δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ αυτού που αναφέρεται και της πραγματικότητας.» (Nicholls, 2017)

Κινείται σε ένα καθεστώς πέρα ή πριν από το Νόημα, ο Λόγος, η αναφορά στο Πραγματικό γίνεται απλώς παραγωγή σημείων, που αντανακλούν και απευθύνονται σε ασυνείδητα ένστικτα, απλή εμφάνιση και μορφή που προσπαθεί να συγκεντρώσει αντιδραστική επιθυμία. Τα σημεία αυτά παράγουν και συντονίζουν φαντασίες πατριαρχίας, εθνικισμού, ρατσισμού, κοινωνικού δαρβινισμού, οι οποίες δεν προσφέρονται τόσο ως συνεκτική και τυποποιημένη αφήγηση, αλλά περισσότερο λειτουργούν ως ακατέργαστα υλικά, στα οποία καλείται να δώσει τελικό σχήμα ο κάθε οπαδός:

«Η φασιστική προσ-ομοίωση συγκροτείται ως μια ατέλειωτη θάλασσα με livestream, images, posts, comments, που κυκλοφορούν σε μεγάλες ποσότητες ως ένα αυτονομημένο μοντέλο πραγματικότητας. Λειτουργεί μέσα από ένα σύμπλεγμα ανθρώπων, πλατφορμών social media, προεδρικών tweets, σημαιών, αυτόματων τουφεκιών, maga καπέλων, ρατσιστικών hashtags και video game servers. Η φασιστική προσομοίωση λειτουργεί σαν ένα μοντέλο αυτού του κόσμου που ολοκληρώνεται σε τέτοιο βαθμό που είναι αδιαχώριστο από τον κόσμο καθ’αυτόν. Είναι μια κοινή, συναισθηματική εμπειρία που βιώνεται και προπαγανδίζεται από τους μετέχοντες. Μέσα σ’ αυτή, οι υποκειμενικότητες λαμβάνουν μορφή, οι μετααφηγήσεις συντίθενται, ένα τεράστιο ρεπερτόριο δράσεων και βίας νομιμοποιείται και αυξάνει σε ένταση. Η φασιστική προσομοίωση παράγει τις ιδιαίτερές της συναισθηματικές προσλήψεις, τις αισθητικές διεγέρσεις, τις σημειωτικές παραδόσεις,  τα καθεστώτα σεξουαλικότητας και πολιτικών ανταγωνισμών» (Ian Alan Paul, The Fascist Simulation).

Έτσι, εξηγείται πως η συμβολική συγκρότηση μπορεί να διαφέρει κατά πολύ από άτομο σ’ άτομο. Διαφορετικοί μύθοι για μετανάστες, Ισλαμιστές, Μεξικανούς, Κινέζους, συνωμοσίες και ψεύτικες πανδημίες κυκλοφορούν πάνω στον κοινό πυρήνα της αντιδραστικής επιθυμίας. Το υβρίδιο-διαδηλωτής στο Καπιτώλιο με το Viking καπέλο, τη ζωγραφισμένη πάνω στο σώμα του σημαία της Αμερικής και τις σαμανικές-ινδιάνικες αναφορές αποτελεί τη χαρακτηριστική ενσάρκωση αυτών των διεργασιών.

Αυτό οδήγησε αρκετούς να πιστέψουν πως βρισκόμαστε σε μια post truth συνθήκη, οπού η κατηγορία του αληθούς παίζει όλο και μικρότερο ρόλο, όπου τα γεγονότα υποβαθμίζονται ριζικά για χάρη των επιφανειακών φαινομένων και εμφανίσεων και των συναισθηματικών, προσχηματισμένων πλαισίων με βάση τα οποία θα αξιολογηθεί η πολιτική σημειολογία, φαινόμενο υπερτροφοδούμενο από την καταρρακτώδη χρήση των online social media την τελευταία δεκαετία. Ο ίδιος ο Trump, με τα tweets του, και όλη η βιομηχανία του καμπανιακού του συμπλέγματος είχαν ιεραρχήσει πολύ ψηλά την χρήση τους. Για παράδειγμα, σύμφωνα με μια ανάλυση του Buzzfeed στο Facebook, την στιγμή των εκλογών των ΗΠΑ, αναλύθηκαν οι top 20 δημοφιλέστερες και πιο διαδεδομένες ιστορίες σχετικά με τις εκλογές. Φαίνεται πως την μεγαλύτερη αλληλεπίδραση, που περιλαμβάνει share, view, like comment, οι χρήστες την έκαναν με fake stories με 8,3 εκατομμύρια αλληλεπιδράσεις, ενώ οι αληθινές ιστορίες είχαν 7,3 εκατομμύρια. (Morris, 2020)

 

 

 

Το ελληνικό κράτος ως θέαμα σε καιρούς πανδημίας

 

Αν το φαίνεσθαι του Κράτους στις αρχές τις πανδημίας προσομοίασε το Κράτος-Πατέρα, που πήρε έγκαιρα μέτρα και προστάτευσε τους υπηκόους του, η μορφή αυτή έχει προ πολλού ξεπεραστεί (η κοινωνική κίνηση αμφισβήτησης της διαχείρισης της πανδημίας έπαιξε και αυτή ρόλο σε αυτό). Η κρατική πολιτική εμφανίζεται εδώ και καιρό ως παραλογισμός, σαν να της λείπει κάθε σχεδιασμός και λογική. Οι ίδιοι κρατικοί φορείς χάνουν κάθε συμβολικό status, βομβαρδίζοντας διαρκώς με πρακτικές φαινομενικά πέρα από κάθε συνοχή. Αυτό αποτυπώνεται σταδιακά από τις δημοσκοπήσεις και τα reactions στο FB μέχρι τον δρόμο.  Οι ίδιες οι δηλώσεις και οι αιτιολογήσεις των κρατικών φορέων για τις πολιτικές τους παρουσιάζονται μακροσκοπικά ως απόλυτες αντιφάσεις και ασυναρτησίες:

Στην «διαχείριση της υγειονομικής κρίσης» είδαμε εικόνες και αφηγήσεις για εμβολιασμούς και τερματισμούς του lockdown να εμφανίζονται μια μέρα και την άλλη να καταρρίπτονται, οπότε μέχρι τότε θα κάνουμε ένα lockdown το οποίο τελικά θα χαλαρώσει για να ανοίξουν τα μαγαζιά αλλά δεν θα χαλαρώσει γιατί δεν έπιασε το lockdown οπότε ανοίγουμε τα σχολεία που θα κλείσουμε σε μια εβδομάδα κάνοντας ακόμα πιο σκληρό lockdown που θα χαλαρώσει σε 2 εβδομάδες αλλά μπορεί να γίνει ακόμα πιο σκληρό γιατί δεν πιάνει, «διαδίδουν αναρχικοί τον κορονοϊό επίτηδες για να έχουμε lockdown», όλα έχουν παγώσει για την μάχη με τον κορονοϊό αλλά κόβουμε τον προϋπολογισμό της υγείας,  ο Επιδημιολόγος (Τσιόδρας) να λέει πως  «δεν έχουμε λεφτά για νέα λεωφορεία αλλά η κυκλοφορία να απαγορευτεί από τις 9», πως «τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν για να ξανακλείσουν» , «στα σχολεία δεν μεταδίδεται ο ιος» αλλά «κολλά έξω στον δρόμο και στις πορείες αλλά όχι στους χώρους εργασίας ή ίσως και στις εκκλησίες», «για την έξαρση πρέπει να φταίνε οι νέοι που φιλιούνται», «Οι γιατροί είναι ήρωες γιατί θυσιάζονται για μας» αλλά «οι γιατροί θέλουν να κάθονται και να τεμπελιάζουν», «τα εμβόλια θα λύσουν το πρόβλημα μέχρι τον Μάρτιο αλλά δεν υπάρχουν αρκετά και ίσως γίνει σε δύο χρόνια», «στο μεταξύ δεν δίνουμε και πολλά επιδόματα γιατί αν θέλετε περισσότερα θα γίνεται 300 κιλά», «σκοιλ ελικίκου» και τόσα άλλα που δεν γίνεται να συμπεριληφθούν εδώ.

Περιστατικά αστυνομικής βίας συνέβαιναν σε καθημερινή βάση (μέχρι τα γεγονότα της Ν. Σμύρνης και του ΑΠΘ αναγκάσουν να επανεξεταστεί η κρατική στρατηγική για την καταστολή, ως μια σημαντική μα προσωρινή νίκη), όσο ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη λέει πως δέρνουν λίγο παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται ενώ η Γενική Διεύθυνση της Αστυνομίας λέει πως δεν δέρνουν, ο Πρωθυπουργός επιβάλλει lockdown σε όλους όσο η κάμερα τον πιάνει να κάνει διακοπές στην Ικαρία και να παρεμβαίνει τα «μέτρα» που ο ίδιος επιβάλλει λέγοντας πως κράτησε μόνο 10 λεπτά το πάρτυ, όσο οι διαφημιστές των μέτρων του lockdown ανεβάζουν φωτογραφίες με lifestyle στο Ντουμπάι.

Κάθε απόπειρα κριτικής και αποδόμησης στην τάδε ή δείνα μεμονωμένη είδηση που σφύζει από «ανορθολογικότητα» τείνει κατά τη διάρκεια της πανδημίας να στερείται νοήματος. Και αυτό, όχι απλώς επειδή πλέον «το αληθινό δεν είναι παρά μια στιγμή του ψεύτικου», όπου η κάθε κριτική θα ακυρωθεί από την εμφάνιση της επόμενης είδησης, του επόμενου σκανδάλου, της επόμενης αυθαιρεσίας. Αλλά κυρίως, επειδή μετατρέπει την κριτική της κρατικής διαχείρισης της πανδημίας σε κριτική απλώς στις ελλείψεις και τα σφαλματά της, σε κριτική του κυβερνητικού ανορθολογισμού της. Αν αυτή η κριτική δε συνδεθεί με την αμφισβήτηση της διαχείρισης της πανδημίας ως ένα μέσο ταχείας –με τη χρήση της μεθόδου του Σοκ (βλ.Naomi Klein, Το Δόγμα του Σοκ) - καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων (αλλαγές σε εργασία, εκπαίδευση, υγεία, μείωση της εργατικής δύναμης με τον περιορισμό της κατανάλωσης), ως ένα μέσο επέκτασης του κρατικού και βιοπολιτικού ελέγχου, ως αρχή ενός νέου κύκλου όξυνσης του κοινωνικού πολέμου εναντίον των καταπιεσμένων, ως μια «ορθολογική» διαλογή πληθυσμών για την παραγωγή και την κατανάλωση, ως μια διαίρεση σε αυτών που «χωρούν» και αυτών που «πετιούνται», κινδυνεύει να μετατραπεί σε κριτική που αναζητά μια νέα (μεταρρυθμιστική) υπόσχεση κοινωνικής εξέλιξης, προόδου, εξορθολογισμού απέναντι σε ένα κόσμο που (φαίνεται να) παράγει περισσότερο χάος από όσο μπορεί να καταναλώσει.

 

Θέαμα: Ένα σύντομο Flashback

 

Στην Κοινωνία του Θεάματος ο Guy Debord αντλώντας από μια παράδοση που περιλαμβάνει Hegel, Marx, Lukacs και Lefebvre, περιγράφει πως η πρόσληψη και η βίωση της αυθεντικής κοινωνικής ζωής έχει αντικατασταθεί, μέσα στις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις του Κεφαλαίου, από μια κατακερματισμένη και συγκεχυμένη αναπαράσταση της:

«Όλη η ζωή των κοινωνιών στις οποίες κυριαρχούν οι σύγχρονες συνθήκες παραγωγής εκδηλώνεται σαν μια τεράστια συσσώρευση θεαμάτων. Ό,τι είχε άμεσα βιωθεί απομακρύνθηκε σε μια αναπαράσταση. […] Oι εικόνες, που αποσπάστηκαν από κάθε πλευρά της ζωής, συγχωνεύονται σ' ένα κοινό ρεύμα όπου η ενότητα αυτής της ζωής δεν μπορεί πια να αποκατασταθεί. Η αποσπασματικά θεωρημένη πραγματικότητα εκτυλίσσεται μέσα στην ίδια της τη γενική ενότητα σαν ένας ξεχωριστός ψευδο-κόσμος, αντικείμενο της μοναδικής παρατήρησης. […]Το θέαμα δεν είναι ένα σύνολο εικόνων, αλλά μια κοινωνική σχέση ατόμων μεσολαβημένη από εικόνες. […]Το θέαμα δεν μπορεί να νοηθεί σαν κατάχρηση ενός κόσμου της όρασης, σαν ένα προιόν των τεχνικών μαζικής διάδοσης εικόνων. Είναι μάλλον μια Weltanschauung (κοσμοθεώρηση) πραγματωμένη, μεταφρασμένη υλικά. Είναι μια θεώρηση του κόσμου που έχει αντικειμενοποιηθεί.» (Debord, Η Κοινωνία του Θεάματος)

Στα πλαίσια του Θεάματος, η ζωντανή κίνηση του βιώματος και της παραγωγής, η ιστορικότητα και η συνοχή κάθε πτυχής του κόσμου γύρω, υποκαθίστανται από μια συσσώρευση νεκρών εικόνων, αποσπασμένων και θραυσματικών. Παράγεται μια  αντεστραμμένη συνείδηση και πραγματικότητα, στην οποία οι κοινωνικές σχέσεις και διαδικασίες, από τις οποίες παράγονται οι Εικόνες, χάνουν την θέση τους. Το Θέαμα ως συσσωρευμένη Εικόνα προσλαμβάνεται αποκομμένα από τις διαδικασίες αυτές ως απόλυτη, ως αναπαράσταση που «να κινείται αυτόνομα», μια δομούσα δομή[1], δηλαδή φαίνεται να μεσολαβεί και να παράγει αποσπασματικές και θολές στιγμές, ένα μοντάζ των πραγματικών, ιστορικών, δυναμικών διαδικασιών και καταστάσεων του κόσμου.

Το Θέαμα αποτελεί τον «ολοκληρωτικό διαχωρισμό της πραγματικότητας από τον εαυτό της», αντανακλώντας των φετιχισμό του εμπορεύματος-χρήματος και τον διαχωρισμό των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής, την αντεστραμμένη πραγματικότητα στα πλαίσια του Κράτους-Κεφαλαίου.

Τρεις σκηνές από ταινίες, ένα scroll με σχετικές εικόνες και τίτλους, μια παλιά πληροφορία, παράγουν την αντίληψη για τον κόσμο. Η ιδέα για τον κόσμο γίνεται πλασματική, με την έννοια του Spinoza στην Πραγματεία για την Διόρθωση του Νου :«Η πλασματική ιδέα θα έχει έναν γενικόλογο χαρακτήρα, και δεν θα μπορεί να αποδώσει με σαφήνεια τις αιτίες της παραγωγής του πράγματος του οποίου είναι ιδέα, όπως επίσης, δεν είναι σε θέση να αποδώσει το πράγμα στην ολότητά του και με σαφήνεια, καθώς και τη σχέση των μερών του με το όλο, αλλά θα είναι αναγκαία συγκεχυμένη και αποκομμένη από την σύνδεση των πραγμάτων και των ιδεών τους». (Σπινόζα, Πραγματεία για την Διόρθωση του Νου)

Σ’ αυτήν την σκηνή, οι πλαστογραφημένες αφηγήσεις συγχέεται με  τις πραγματικές και ιστορικές διαδικασίες, ο εαυτοκεντρισμός αντικαθιστά τις συλλογικές αφηγήσεις, ο κοινωνικός σολιψισμός αντικαθιστά τα πλέγματα των ενσώματων και βιωμένων κοινωνικών σχέσεων που παράγουν  τον κάθε «Εαυτό» και το κάθε «Εγώ» και η κριτική δυναμική αντικαθίσταται από πλήρη έλλειψη αναστοχασμού.

Αυτή η απόδοση του Θεάματος μπορεί να έρθει σε συστοιχία με την άνοδο της μαζικής κουλτούρας και της μαζικής παραγωγής του φορντισμού. Το σημερινό όμως θέαμα, έρχεται σε αντιστοιχία με την μεταφορντική εποχή, αυτήν της τρίτης και της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, οπού ο άνθρωπος αλληλεπιδρά ενεργά με την μηχανή, σε ένα αυτοποιούμενο σύμπλεγμα μέσα στο οποίο παράγονται συναισθήματα, αισθητηριακά δεδομένα, πληροφορίες. Σήμερα ο καταναλωτής της θεαματικής κουλτούρας είναι πρώτα και βασικά ένας ενεργός αναζητητής και ταυτόχρονα παραγωγός συναρπαστικών οπτικοακουστικών διεγέρσεων και ενθουσιασμού.

 

 

ΘΕΑΜΑ 2.0: Όταν το θέαμα είσαι εσύ…

 

Αν και ο Debord τόνισε τόσο την παραγωγή όσο και την κατανάλωση ως συγκροτητικές στιγμές του Θεάματος, εστίασε περισσότερο στην κατανάλωση, τονίζοντας το καταναλωτικό-παθητικό κομμάτι περισσότερο, γράφοντας πως το Θέαμα «είναι ο Ήλιος που δε δύει ποτέ στην αυτοκρατορία της σύγχρονης παθητικότητας. Καλύπτει όλη την επιφάνεια του κόσμου και κολυμπά απεριόριστα μέσα στην ίδια του τη δόξα».

Με την άνοδο της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης, της γνωσιακής εργασίας, τον ολοκληρωτικό μετασχηματισμό του κόσμου μέσω Internet και την εξέλιξη της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, το σημερινό Θέαμα έχει εξελιχθεί επίσης. Πλέον, η ανθρώπινη συμβολή δεν αποτελεί απλώς ένα εξάρτημα στην μηχανή. Αποκτά περισσότερη σημασία η αυτονομία του ανθρωπίνου παράγοντα, καθώς το νέο περιβάλλον απαιτεί την ικανότητα «να ρυθμίζει  και να συντονίζει κανείς τις δράσεις του εαυτού του, παρά να είναι ένα απλό, παθητικό στοιχείο στο σύστημα άνθρωπος-μηχανή» (Sampson, 2017).

Το πεδίο δράσης του θεάματος έχει γίνεται όλο και μεγαλύτερο με την ανάπτυξη νέων μέσων επικοινωνίας και των social media όπως Facebook, Youtube, Twitter, Instagram, Skype, TicToc. Το νέο Θέαμα κινείται γύρω από την αυτοθεαματικοποίηση των υποκειμένων μέσω τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας όπως τα social media, καθώς η κοινωνική ζωή μετατρέπεται σε διασκέδαση προς κατανάλωση από άλλους και σαν μέσο παραγωγής δεδομένων και αξίας: «Το να γίνονται όλα ψηφιακά δίνει στα εμπορεύματα την δυνατότητα να αποσυναρμολογούνται και να επανασυναρμολογούνται ξανά και ξανά. Οι άνθρωποι που εμπορευματοποιούν τους εαυτούς τους κατακερματίζονται και οι ίδιο μέσω διαχωρισμένων αναπαραστάσεων και όψεων του εαυτού, που παράγονται από πρακτικές  όπως πχ το management των εκφράσεων του προσώπου τις στιγμές τόσο της παραγωγικότητας όσο και της κατανάλωσης». (The Spectacle 2.0: Reading Debord in the Context of Digital Capitalism, 2017)

Το instagramming και το youtubing καθιερώνονται και διαχέονται, οι προσωπικές ζωές εμπειρίες και αφηγήσεις αποκτάν όλο και μεγαλύτερη ψηφιακή κάλυψη. Εδώ και ένα χρόνο με τα lockdowns αυτή η κατάσταση κλιμακώθηκε. Κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής αποκτά ψηφιακή αναπαράσταση, και εν μέσω lockdown η κοινωνική ζωή συρρικνώθηκε και μεσολαβείται από τα ψηφιακά αυτά μέσα. Η τηλεεργασία και η τηλεεκπαίδευση έγιναν για ένα τεράστιο μέρος ο κανόνας. Το μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικού process έγινε ψηφιακό. Μαζί με την πανδημία, έγινε λόγος για infodemic, καθώς σε παγκόσμια κλίμακα, ο περισσότερος κόσμος διοχέτευσε σε οθόνες το μεγαλύτερο μέρος του lockdown. Η Δημόσια Σφαίρα απομειώθηκε σε social media πλατφόρμες, οπού η ενσώματη ύπαρξη μας, η διάθεση μας, οι προβληματισμοί μας, υπάρχουν για τον Άλλον μόνο ως post, comment like, ως ιντερνετική παρουσία:

«Η υπερφόρτωση με δεδομένα σχετίζεται άμεσα με εξοικείωση και αδιαφορία σε εικόνες πόνου και οδύνης «μακρινών» Άλλων καθώς και με ένα ιντερνετικό κοινό που δηλώνει την συμπόνια και την συμμετοχή του τουιτάροντας και ινσταγκραμάροντας όσο την ίδια στιγμή διασπάται και αποσπάται από την διαρκή ροή άλλων πληροφοριών» (Ford and Hoskins, Radical War: Data, attention and control in the 21st century).

Ο ίδιος ο Debord, σε μια επανεξέταση της Κοινωνίας του Θεάματος το 1988 περιέγραφε την διάχυση του Θεάματος μέσα σε κάθε μικροσκοπική πτυχή του κοινωνικού του ως Ολοκληρωμένο Θέαμα. Πολύ πιο διάχυτο και αποκεντρωμένο, αλλά και με ορισμένες πυκνώσεις, τους «πύργους» μέσα στο δίκτυο. Το αποτέλεσμα της αφομοίωσης του θεάματος είναι να χάνει ο χρόνος την ροή του, το βίωμα το περιβάλλον του, ο κόσμος την συνέχειά του:

 «Το ολοκληρωμένο θέαμα φαίνεται να είναι ταυτόχρονα και συγκεντρωμένο και διάχυτο, ειδικά απ’όταν αυτός ο συνδυασμός αποδείχθηκε πως δίνει και στις δύο αυτές μορφές του Θέαματος αναβαθμισμένη ισχύ. Σε σχέση με την συγκέντρωση, τα κέντρα ελέγχου πλέον δεν κινούνται από συγκεκριμένο ηγέτη ή ιδεολογία. Και σε σχέση με την διάχυτη πλευρά, το Θέαμα ποτέ πριν δεν είχε επεκταθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό σε σχεδόν όλο το φάσμα της κοινωνικά παραγόμενης συμπεριφοράς και αντικειμένων. Γιατί το τελικό νόημα του ολοκληρωμένου Θεάματος είναι αυτό- το ό,τι έχει ολοκληρώσει και ενσωματώσει τον εαυτό του στο Πραγματικό στον ίδιο βαθμό που το περιέγραφε, και όπως το περιέγραφε έτσι και το επαναδομούσε. […] Δεν υπάρχει κανένα μέρος όπου οι άνθρωποι μπορούν να συζητήσουν τις πραγματικότητες που τους αφορούν, γιατί δεν μπορούν ποτέ να απομακρυνθούν επαρκώς από την συντριπτική παρουσία της παρέμβασης των Media, και κατ’επέκταση των δυνάμεων που την οργανώνουν και την διοχετεύουν. […] Σε τεχνολογικό επίπεδο, οι εικόνες που μας παρουσιάζονται επιλέγονται και κατασκευάζονται από κάποιον άλλον για να γίνουν η πρωταρχική σύνδεση με τον κόσμο που προηγουμένως παρατηρούσαμε από μόνοι μας. Εδώ δεν πρέπει να αμεληθεί πως αυτές οι εικόνες μπορούν να ανεχτούν και να παρουσιάσουν πραγματικά τα πάντα, γιατί ακριβώς στην ίδια ροή εικόνων όλα μπορούν να παρουσιαστούν και να επικαθίσουν το ένα στο άλλο χωρίς καμία αντίφαση. […] Ο Θεαματικός Λόγος αφαιρεί το πλαίσιο κάθε πράγματος που προβάλει, το αποκόβει από το παρελθόν, από τους σκοπούς και συνέπειές του. Από την στιγμή που τίποτα δεν μπορεί να του σταθεί αντίθετο, έχει ο ίδιος την δυνατότητα να έρθει σ’αντίθεση με τον εαυτό του, να ανασυνδυάσει το ίδιο του το παρελθόν.» (Debord, Σχόλια πάνω στην Κοινωνία του Θεάματος)

 

Θέαμα 2.0 και πανδημία – lockdown: Από τον ψηφιακό χρόνο στην κατακερματισμένη συνείδηση

 

Η υλική πραγματικότητα του lockdown είχε ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση κάθε ενσώματης μορφής του κοινωνικού από το interface, την επιφάνεια αλληλεπίδρασης χρήστη και οθόνης. Διαρκής συνδεσιμότητα στα social media, scroll, youtube, tik tok, σειρές και gaming αποτέλεσαν για όλους και αποτελούν για πολλούς ακόμα το μεγαλύτερο μέρας. Κάθε εικόνα για τον Κόσμο παράγεται και ενημερώνεται σχεδόν ολοκληρωτικά μέσω διαδικτύου. Όμως ο McLuhan, θεμελιωτής της θεωρίας των media, από πολλές δεκαετίες πριν είχε τονίσει πως «το μέσο είναι το μήνυμα»: η παρατεταμένη χρήση media και διαδικτύου φαίνεται πως και ενισχύει το multitasking και την σύντομη μνήμη εργασίας, οδηγεί με μεγάλη ευκολία σε μια θεαματικοποίηση της συνείδησης, σε κατακερματισμό των χρονικών συνεχειών και της ικανότητας για συγκέντρωση και προσοχή. Οι συνέπειες της θεαματικής πρόσληψης της πραγματικότητας μπορούν να περάσουν από το μοριακό και το ατομικό στο συλλογικό και το πολιτικό, εις βάρος της ανάπτυξης αναλύσεων και περιεχομένων.

Η υπερσυνδεσιμότητα του lockdown, το infodemic οδηγεί στην προσαρμογή στις συνθήκες διαρκών και ασύνδετων εισροών ερεθισμάτων και πληροφορίας μέσω οθόνης. Στην θέση του Άλλου μας δίνονται profiles και τοίχοι για να αναζητήσουμε την Επιθυμία μας στην δικιά του, παράθυρα chat αντί για σώματα και απόλαυση. Πολλοί και διαρκείς μικροερεθισμοί πάσης φύσεως (φωτογραφίες γνωστών, εικόνες από νοσοκομεία, σειρές, η είδηση κάποιου θανάτου νέου στην Γερμανία, ο Χρυσοχοϊδης) εναλλάσονται ραγδαία και χωρίς καμία συνοχή από μπροστά μας. Κατακερματίζουν σε πρώτο βαθμό νοητικές και συναισθηματικές διαδικασίες και σε δεύτερο τις υπερφορτώνουν, τις υπερδιεγείρουν για τις καταστήσουν στο τέλος αδρανείς. Όλες αυτές  οι μικροδιάρκειες και τα ερεθίσματα συμπλέκονται σε έναν ομοιογενή και συγκεχυμένο χρόνο, οπού η βασική του απόχρωση και ένταση είναι ένας συνεχόμενος, χαμηλής έντασης ερεθισμός, ως υποκατάστατο της σημαντικής απώλειας των κοινωνικών σχέσεων και της απόλαυσής τους:

«Θα μπορούσε κάποιος να κατανοήσει την (online) προσποίηση του ελεύθερου χρόνου ή των διακοπών και των ταξιδιών  με τον ίδιο τρόπο που θα κατανοούσαμε την ύπαρξη προσποίησης πτήσης για τους πιλότους προς τη μετατόπιση των χειρονομιακών συμπεριφορών: των σωμάτων, των προσπαθειών —μες στις ηλεκτρικές ή ηλεκτρονικές εντολές προς τη μικροσκοπικοποίηση — μέσα στο χρόνο και στο χώρο. Αυτές είναι διαδικασίες κατά τις οποίες η σκηνή (που δεν είναι πλέον σκηνή) γίνεται εκείνη της απειροελάχιστης μνήμης και της οθόνης. Αυτό είναι το πρόβλημά μας, στο μέτρο που αυτή η ηλεκτρονική εγκεφαλοποίηση, αυτή η μικροσκοπικοποίηση κυκλωμάτων και ενέργειας, αυτή η τρανζιστοροποίηση του περιβάλλοντος καταδικάζουν σε αχρηστία, σε βαθμιαία εξαφάνιση και σχεδόν σε αισχρότητα, όλα εκείνα που κάποτε συνιστούσαν τη σκηνή της ζωής μας.» (Baudrillard, Η Έκσταση της Επικοινωνίας)

Το παρελθόν, η μνήμη, ο χρόνος αλλοιώνονται μέσα στην καραντίνα. Πλήθος ερευνών επαναλαμβάνουν και τονίζουν το κοινό σε όλα βίωμα, πως ο Χρόνος κινήθηκε διαφορετικά τον τελευταίο χρόνο (Pandemic, Quarantine, and Psychological Time 2020). Ο εθισμός στο Internet  κατά τον Μεγάλο Εγκλεισμό αποτελεί βασικό υπεύθυνο. Η χρονική διάρκεια στο Internet παραμορφώνεται καθώς η προσοχή σε ένα συγκεκριμένο ερέθισμα παραμορφώνεται συνεχώς από την ανάδυση και την αξιολόγηση άλλων, όπου «συμβάντα που διακόπτουν τις κανονικές και καθημερινές ροές ερεθισμάτων και πληροφορίας» οδηγούν σε κατακερματισμό της αίσθησης της διάρκειας, σαν το σανατόριο στο Μαγικό Βουνό του Thomas Mann, ένα «αδυνάτισμα της συνείδησης του χρόνου»:

«Αλλά ενώ ο κυβερνοχώρος είναι εννοιολογικά άπειρος, ο κυβερνοχρόνος δεν είναι άπειρος καθόλου. Καλώ κυβερνοχρόνο την ικανότητα του συνειδητού οργανισμού να επεξεργάζεται πραγματικά (κυβερνο-χωρικά) την πληροφορία. Αυτή η δυνατότητα δεν μπορεί να επεκταθεί επ 'άπειρον, επειδή έχει όρια που είναι σωματικά, συναισθηματικά, και συγκινησιακά». Η αντίφαση μεταξύ της άπειρης επέκτασης του κυβερνοχώρου και της περιορισμένης ικανότητας της επεξεργασίας του κυβερνοχρόνου είναι η πηγή του σύγχρονου χάους. Οι Ντελέζ και Γκουαταρί μιλούν για το χάος στο “Τι είναι φιλοσοφία;”. Λένε ότι το χάος εμφανίζεται όταν ο κόσμος πηγαίνει πάρα πολύ γρήγορα για τον εγκέφαλό μας. Αυτό είναι το χάος. Θα μπορούσαμε να ανακαλέσουμε ότι ο Καρλ Μαρξ είχε κάποτε εκφράσει την έννοια της κρίσης υπερπαραγωγής. Έχετε μια κρίση υπερπαραγωγής, όταν οι μηχανές και η εργασία των εργαζομένων παράγουν μία ποσότητα εμπορευμάτων, που η αγορά δεν μπορεί να απορροφήσει.

Η αντικειμενική σφαίρα του κυβερνοχώρου επεκτείνεται με την ταχύτητα της ψηφιακής αντιγραφής, αλλά ο υποκειμενικός πυρήνας του κυβερνοχρόνου εξελίσσεται με πιο αργό ρυθμό: το ρυθμό της “σωματικότητας” της ηδονής και του πόνου. Έτσι όπως η τεχνική σύνθεση του κόσμου αλλάζει, η γνωστική οικειοποίηση και η ψυχική ανταπόκριση δεν ακολουθούν με γραμμικό τρόπο. Η μετάλλαξη του τεχνολογικού περιβάλλοντος είναι πολύ ταχύτερη από τις αλλαγές στις πολιτισμικές συνήθειες (habits) και τα γνωστικά μοντέλα. Καθώς το στρώμα της πληροφοριακής σφαίρας γίνεται προοδευτικά πιο πυκνό, τα πληροφοριακά ερεθίσματα εισβάλλουν σε κάθε άτομο της ανθρώπινης προσοχής. Ο κυβερνοχώρος αναπτύσσεται σε απεριόριστη μορφή, αλλά ο διανοητικός χρόνος δεν είναι άπειρος.

Ο υποκειμενικός πυρήνας του κυβερνοχρόνου ακολουθεί τον αργό ρυθμό της οργανικής ύλης. Μπορούμε να αυξήσουμε το χρόνο της έκθεσης του οργανισμού στην πληροφορία, αλλά η εμπειρία δεν μπορεί να ενταθεί πέρα από ορισμένα όρια. Πέρα από αυτά τα όρια, η επιτάχυνση της εμπειρίας προκαλεί μία μειωμένη συνείδηση του ερεθίσματος, την απώλεια της έντασης η οποία αφορά την αισθητική σφαίρα, εκείνη της ευαισθησίας, και σημαντικότατα επίσης τον τομέα της ηθικής. Η εμπειρία του άλλου καθίσταται κοινότοπη· ο άλλος γίνεται μέρος ενός συνεχούς και ξέφρενου ερεθίσματος, και χάνει τη μοναδικότητα και την έντασή του - χάνει την ομορφιά του. Έτσι έχουμε λιγότερη περιέργεια, λιγότερη έκπληξη· περισσότερο στρες, επιθετικότητα, άγχος και φόβο. Η επιτάχυνση παράγει μία εξασθένηση της εμπειρίας, γιατί είμαστε εκτεθειμένοι σε μια αυξανόμενη μάζα ερεθισμάτων που δεν μπορούμε να επεξεργαστούμε, σύμφωνα με τις εντατικές τροπικότητες της απόλαυσης και της γνώσης.

Και πάλι, έχουμε περισσότερη πληροφορία, λιγότερο νόημα· περισσότερη πληροφορία, λιγότερη ευχαρίστηση. Η ευαισθησία βρίσκεται μέσα στο χρόνο. Η αισθητικότητα πραγματώνεται στη βραδύτητα ενώ ο χώρος των πληροφοριών είναι υπερβολικά μεγάλος και γρήγορος για να τον επεξεργαστεί έντονα, βαθιά.

Αλλά ποιες είναι οι συνέπειες αυτής της επιτάχυνσης στον ανθρώπινο νου, και το ανθρώπινο σώμα; Για να το κατανοήσουμε πρέπει να κάνουμε αναφορά στην ικανότητα της συνειδητής επεξεργασίας, στην ικανότητα για συναισθηματική αφομοίωση των σημείων και των γεγονότων από την πλευρά του συνειδητού και αισθητικού οργανισμού. Η επιτάχυνση της ανταλλαγής πληροφοριών έχει παραγάγει και παράγει ένα αποτέλεσμα παθολογικού τύπου στον ατομικό ανθρώπινο νου και ακόμα περισσότερο στον συλλογικό νου.

 Τα άτομα δεν είναι σε θέση να επεξεργαστούν συνειδητά την απέραντη και πάντα αυξανόμενη μάζα της πληροφορίας που εισέρχεται στους υπολογιστές τους, τα κινητά τηλέφωνα  τους, τις τηλεοπτικές οθόνες τους, τα ηλεκτρονικά ημερολόγια τους και τα κεφάλια τους. Ωστόσο, φαίνεται απαραίτητο να ακολουθούν, να αναγνωρίζουν, να αξιολογούν, να επεξεργάζονται όλες αυτές τις πληροφορίες, αν επιθυμούν να είναι αποτελεσματικοί, ανταγωνιστικοί, νικηφόροι. Η πρακτική της πολυ-εργασίας [multitasking], το άνοιγμα ενός παραθύρου υπερκείμενης προσοχής, το πέρασμα από το ένα πλαίσιο στο άλλο για την πολύπλοκη αξιολόγηση των διαδικασιών, τείνει να παραμορφώνει τη διαδοχική τροπικότητα της ψυχικής επεξεργασίας. Σύμφωνα με τον Christian Marazzi, ο οποίος έχει ασχοληθεί σε διάφορα βιβλία με τις σχέσεις μεταξύ των οικονομικών, τη γλώσσα και τη συναισθηματικότητα, η τελευταία γενιά των users επηρεάζεται από μια πραγματική και κατάλληλη μορφή δυσλεξίας, ανίκανοι να διαβάσουν μια σελίδα από την αρχή ως το τέλος σύμφωνα με τις διαδικασίες διαδοχής, ανίκανοι να διατηρήσουν συγκεντρωμένη την προσοχή για το ίδιο αντικείμενο για μεγάλο χρονικό διάστημα.

 Και η δυσλεξία εξαπλώνεται σε γνωστικές και κοινωνικές συμπεριφορές, με αποτέλεσμα να καταστεί η επιδίωξη των συνεκτικών στρατηγικών σχεδόν αδύνατη. Μερικοί, όπως οι Davenport και Beck, μιλούν για μια οικονομία της προσοχής. Αλλά όταν μια γνωστική ικανότητα εισέρχεται και γίνεται μέρος του οικονομικού λόγου αυτό σημαίνει ότι έχει γίνει ένας σπάνιος πόρος. Ο αναγκαίος χρόνος για την απόδοση προσοχής στις ροές της πληροφορίας στις οποίες είμαστε εκτεθειμένοι και οι οποίες πρέπει να αξιολογούνται, προκειμένου να είναι σε θέση να λαμβάνουμε αποφάσεις, απουσιάζει» (Bifo,  Επισφαλής Ραψωδία: Σημειοκαπιταλισμός και οι παθολογίες της μετα-άλφα γενιάς)

 

Κανένα από αυτά τα συμπεράσματα δεν είναι αυθαίρετα και δεν αρκεί η επίγνωσή τους για να τα αντιμετωπίσει κανείς, καθώς η εξάσκηση-προσαρμογή στην υπερδικτύωση και υπερπληροφόρηση επηρεάζει πολύ βαθιά και ασυνείδητα τον τρόπο που σχετιζόμαστε με την γνώση. Κινούμαστε με άπειρες ταχύτητες σε ένα συνεχές παρόν-ροή εικόνων, ενώ το παρελθόν αρχειοθετείται σε φωτογραφίες, video, στο Instagram, στο FB, σε κάρτες μνήμης, google drives, φακέλους.

«Έχουμε ξεφύγει από την απλή θεώρηση των κινητών ως προσθετικών στα σώματά μας. Οι συσκευές μας ξεκινάν να γίνονται μέρος ακόμα και των βαθύτερων θεμελίων της ενσώματης ζωής στην ψηφιακή εποχή.» (Farman, 2012). Η ζωντανή μνήμη χάνεται από μέσα μας και εξωτερικεύεται σε εικόνες, video, προφίλ σε Instagram και fb, αρχεία και φακέλους, ο κόσμος μας μεταφέρεται από μέσα μας εκεί. Οι συνθήκες lockdown έπληξαν τον κοινωνικό περίγυρο για να τον ξαναβρούμε online, σε μια κατάσταση όπου για να δείξεις στον ΄Άλλο πως υπάρχεις, για να αποτελέσεις εμπειρία για τον Άλλον, πρέπει να διαρκώς να δηλώνεις την ύπαρξη σου στο περιβάλλον και με τα μέσα του online κόσμου.

Αποθηκεύεις και αρχειοθετέις αυτό που ξεχνάς και αυτό που φοβάσαι πως μπορεί να ξεχάσεις, αυτό που ίσως να μην είναι αρκετά έντονο για να παραμείνει ως ανάμνηση, και όταν το αποθηκεύσεις, μπορεί να το ξεχάσεις. Το save στην οθόνη ολοκληρώνεται ως βασική γνωσιακή λειτουργία του νου. Στο Archive Fever ο Derrida υποστηρίζει πως η επιθυμία να αρχειοθετείς και η ίδια η αρχειοθέτηση καθ’αυτή, δηλαδή να φτιάχνεις ένα αρχείο με φωτογραφίες, βίντεο από ταξίδια και στιγμές, σε φακέλους και προφίλ, είναι μια άμυνα απέναντι στον θάνατο. Στην αποθήκευση και διατήρηση αρχείων, το αρχείο δρα εναντίον του θανάτου. Αυτή η επιθυμία δεν έχει τελειωμό. Ο θάνατος διαρκώς απειλεί το Αρχείο και όλο και περισσότερα δεδομένα χρειάζονται για το προφυλάξουν από την λήθη και την καταστροφή, από το να καταστεί παλιό και ανημέρωτο. Την επιθυμία να αρχειοθετούμε διαρκώς ο Derrida ονομάζει «πυρετό του αρχείου». Μπορούμε να δούμε πως λαμβάνει χώρα στα social media όπου οι users ανεβάζουν τα περιεχόμενα τους και επικοινωνούν με τους άλλους για να αναγνωριστούν από αυτούς. (Derrida, 1995 ;  Psychoanalysis and Digital Culture, 2019)

Ο Nicholas Carr στο πολυσυζητημένο βιβλίο του The Shallows: What the Internet Is Doing to Our Brains, έδειξε πως η χρήση του Internet πολύ εύκολα μπορεί να αλλάξει τον τρόπο προσέγγισης, συσχέτισης, αξιολόγησης και επεξεργασίας της πληροφορίας, με αντίστοιχες αλλαγές στην λειτουργία του εγκεφάλου. Γρήγορη επεξεργασία και αξιολόγηση πληροφορίας, ταχεία επίλυση προβλημάτων, ταχύτατη προσπέλαση κειμένου και αναζήτηση keyword, ανάπτυξη δυνατότητας multitasking σε ένα περιβάλλον οπού η κάθε εργασία μπορεί ανά στιγμή να διακοπεί από ένα μήνυμα, ένα e-mail, μια είδηση, ένα νέο βίντεο. Παράλληλα, όμως, μειώνει την δυνατότητα εσωτερίκευσης και αφομοίωσης της πληροφορίας, την δημιουργία συνεκτικών αναπαραστάσεων και αφαιρετικής σκέψης, την δυνατότητα συγκέντρωσης και προσπέλασης μακροσκελών συλλογιστικών και την αφιέρωση προσοχής στην ανάγνωση ενός κειμένου.

Μπορεί κάποιος να έχει στο μυαλό του την ροή για 7 chat, να αξιολογεί μεγάλες ποσότητες πληροφοριών που διέρχονται ταχύτατα από μπροστά του σε κλάσματα δευτερολέπτου, αλλά η ανάγνωση 5 σελίδων από ένα βιβλίο ή η ανάπτυξη συστηματικής επιχειρηματολογίας φαίνονται εξαιρετικά δύσκολα. Παραθέτοντας πλήθος νευροψυχολογικών ερευνών πάνω στην πλαστικότητα του εγκεφάλου  στις γνωσιακές ικανότητες σε σχέση με την χρήση Internet, έδειξε πως το multitasking και η «always on» συνδεσιμότητα παράγει ένα πλεόνασμα διέγερσης στις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με την βραχεία μνήμη, την μνήμη εργασίας και την επίλυση προβλημάτων, ενώ οδηγεί στην ατροφία περιοχών της μακροχρόνιας μνήμης:

«Όμως η Μνήμη είναι η βάση της κατανόησης του κόσμου. Δεν περιλαμβάνει απλώς απλή αποθήκευση γεγονότων, αλλά παράγει πολύπλοκα σχήματα σκέψης. Οργανώνοντας αποσπασματικά bits πληροφορίας σε γνώση, η νοητική μας ικανότητα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα εννοιολογικά και αξιολογικά μας σχήματα, που έχουν σχηματιστεί σε μεγάλο χρονικό διάστημα. Το βάθος της σκέψης μας έγκειται στην ικανότητα να μετασχηματιστεί η πληροφορία από την βραχυπρόθεσμη στην μακροχρόνια μνήμη, και να συντεθεί σε εννοιολογικά και αξιολογικά σχήματα ερμηνείας του κόσμου» (Carr, 2012)

Οι γνωσιακές αυτές αλλαγές αυτές παρατηρούνται μάλιστα σε ενήλικες που συνδέονται στο Internet μόνο για 3 ώρες την μέρα για δύο εβδομάδες, χωρίς να έχουν εκτεθεί ποτέ πριν στην ζωή τους στο Internet. Μέσα από την διαρκή και ταχύτατη αλληλεπίδραση μέσω υπολογιστών και smartphones σε δίκτυα επικοινωνίας, παράγεται ένα υποκείμενο χωρίς μεγάλη ικανότητα Μνήμης, μεγάλης επικέντρωσης προσοχής και πλαισίωσης του κόσμου.

Αυτή η κίνηση προς την υπερεπιτάχυνση και την ρευστοποίηση δεν ήταν άγνωστη στον Marx όταν έγραφε πως «η συνεχής ανατροπή της παραγωγής, ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση διακρίνουν την αστική εποχή από όλες τις προηγούμενες. Διαλύονται όλες οι στέρεες, σκουριασμένες σχέσεις με την ακολουθία τους από παλιές σεβάσμιες παραστάσεις και αντιλήψεις κι όλες οι καινούργιες που διαμορφώνονται παλιώνουν πριν προλάβουν να αποστεωθούν». (Κομμουνιστικό Μανιφέστο)

Καθώς όμως κάθε πτυχή του κόσμου υπάγεται στην λογική του κεφαλαίου, κάθε αντίληψη, θέαση, αίσθημα, κάθε ψυχισμός και σχέση ξεκινάν να φέρνουν την σφραγίδα του. O Jonathan Crary δείχνει πως ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου, για πρώτη φορά αναδύθηκε μια γενικευμένη κρίση της προσοχής, μέσω της σταδιακής ανάδυσης της διαφημιστικής και αστικής κουλτούρας των αισθητηριακών ερεθισμάτων: την στιγμή που η δυναμική λογική του κεφαλαίου ξεκίνησε να υποσκάβει κάθε σταθερή και δεδομένη αντίληψη, η ίδια λογική ξεκίνησε να επιβάλλει ένα νέο καθεστώς ρύθμισης και διανομής της προσοχής, με το ανερχόμενος κλάδο της επιστήμης της ψυχολογίας που σκιαγράφησε την προσοχή ως βασικό ζήτημα και πρόβλημα στα τέλη του 19ου αιώνα: «η εμφάνιση ενός νέου κοινωνικού, αστικού, ψυχικού και βιομηχανικού πεδίου που χαρακτηρίζεται με όλο και περισσότερες αισθητηριακές εισροές έκανε την αφηρημάδα κίνδυνο και βασικό πρόβλημα, ακόμα και αν ήταν ακριβώς η νέα αναδιάρθρωση της παραγωγής που την προκαλούσε» με μια «μια ατελείωτη ροή νέων προϊόντων, πηγών διέγερσης και ροών πληροφοριών». Ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα βλέπουμε, σύμφωνα με τον την ανάπτυξη της «αισθητικής χωρίς βάθος» στην οποία πρωταρχικό ρόλο παίζει το στυλ, η εμφάνιση, η μορφή, το στόλισμα και παρά το νόημα και η ερμηνεία.» (Crary, 2000; Darley, 2000)

 

Αυτά είναι, λοιπόν, κάποια από τα συμπτώματα της προσαρμογής στην διαρκή συνδεσιμότητας: Δυσλεξία, διαταραχή προσοχής, υπερφόρτωση με πληροφορία, απευαισθητοποίηση και παθητικότητα. «Όταν έρχεται ο κόσμος σε εμάς χωρίς να χρειάζεται να πάμε εμείς στον κόσμο, δεν είμαστε πια μέσα του και από την στιγμή που ο κόσμος έρχεται σε εμάς μόνο σαν εικόνα, είναι μισός εδώ και μισός απών, μια κατά το ήμισυ παρουσία, σαν φάντασμα και εμείς μέσα του σαν φαντάσματα επίσης» (Günther Anders, The World as Phantom and Matrix)

 

Κατασκοπευτικός καπιταλισμός και online αντιεξέγερση – κυβερνοπόλεμος:

 

«Ο cyberwar (κυβερνοπόλεμος) λειτουργεί μέσω μηχανισμών (apparatuses) υποκειμενοποίησης που δρουν στις διάφορες πλατφόρμες και έχουν ως στόχο τον πληθυσμό που κινείται σ’αυτές (με τον όρο πληθυσμό εννοούμε τις διάφορες συναρμογές ανθρώπων-συσκευών) τόσο μέσα όσο και έξω από το σπίτι. Αυτοί οι μηχανισμοί λειτουργούν με συγκεκριμένα μέσα και δρώντες (δρώντες που μπορεί να είναι AI, συσκευές, bots ή άνθρωποι) που εκπέμπουν καλέσματα και αιτήματα για την εσωτερίκευση (interpellation) των αφηγήσεων και της κοσμοθεώρησης της κυριαρχίας. Αλλά αυτό το κάλεσμα βασίζει την αποτελεσματικότητά του σε ένα μεταδοτικό δίκτυο, όπου κάθε υποκείμενο που εσωτερικεύει την κυριαρχία γίνεται και το ίδιο ενεργός παραγωγός της, και καλεί άλλα υποκείμενα να κάνουν το ίδιο. Μια διαδικασία που μπορεί να οδηγήσει σε filter bubbles[2] και echo chambers[3] των αυτοπειθαρχούμενων υποκειμένων.»

 Witheford and Matviyenko, Cyberwar and Revolution, 2019

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει o Klaus Schwab στο βιβλίο – ορόσημο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF), The Great Reset (Η Μεγάλη Επανεκκίνηση), παραπάνω από το μισό πληθυσμό του πλανήτη (52%) βρίσκεται ή έχει πρόσβαση στην online πραγματικότητα, ενώ πριν είκοσι χρόνια πρόσβαση είχε μόλις το 8% του πληθυσμού. Μόνο το 2019, πωλήθηκαν πάνω από ενάμιση δις smartphones. Αυτή τη στιγμή, το Internet of Things συνδέει σε πραγματικό χρόνο πάνω από 22 δις συσκευές (από αμάξια, νοσοκομειακές κλίνες, αγροτικά συστήματα, οικιακές συσκευές μέχρι τραπεζικές και εμπορικές υποδομές, υποδομές ενέργειας κλπ), ενώ αναμένεται το 2030 οι δικτυωμένες συσκευές να υπερβαίνουν τον αριθμό των 50 δις. Είναι λοιπόν γεγονός ότι ο κυβερνοχώρος, ως η «υποδομή των υποδομών» έχει αυξηθεί ραγδαία, αναμένεται η αύξηση αυτή να ενταθεί τις επόμενες δεκαετίες αλλάζοντας τόσο τους μηχανισμούς και τις τεχνικές άμυνας και ασφάλειας των καπιταλιστικών κρατών όσο και την καθημερινότητα των ζωών μας.

 Σε όλα τα σύγχρονα (στρατιωτικά και μη) εγχειρίδια άμυνας, ασφάλειας και πολέμου είναι γενικά αποδεκτό και θεωρείται δεδομένο ότι ο κυβερνοχώρος αποτελεί το πέμπτο πεδίο πολέμου πλάι στα παραδοσιακά (ξηρά, θάλασσα, αέρας και διάστημα), πράγμα που ορίζει τον κυβερνοπόλεμο, ως ένα είδος σύγχρονου, υβριδικού τύπου πολέμου που εμπλέκει ως δρώντες κρατικούς οργανισμούς και μηχανισμούς (υπηρεσίες ασφαλείας, στρατιωτικά σώματα, αστυνομία κλπ), ημικρατικές οντότητες (πχ ISIS), ιδιωτικές επιχειρήσεις (εταιρείες του κεφαλαίου της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, εταιρείες εξόρυξης, κυκλοφορίας και εμπορίου δεδομένων, εταιρείες ανάλυσης συμπεριφορικών μοντέλων κλπ) και κυρίως πληθυσμούς προς έλεγχο και διαχείριση και κοινωνικά κινήματα που πρέπει να χαρτογραφηθούν, να προβλεφθούν ή να σαμποταριστούν.

Έτσι, ο κυβερνοπόλεμος δεν αφορά αποκλειστικά τις διακρατικές σχέσεις, όπου κάθε λίγο μαθαίνουμε για την τάδε ή δείνα κυβερνοεπίθεση μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, ΗΠΑ και Κίνας, ΗΠΑ και Ιράν κοκ (με χαρακτηριστικό παράδειγμα, το Stuxnet, μια κυβερνοεπίθεση εναντίον των εργοστασίων ουρανίου με τα οποία το Ιράν προγραμμάτιζε να φτιάξει πυρηνικά που εμπλέκονται οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, ή το “Sino-google war” ως έκφραση του ανταγωνισμού μεταξύ αμερικάνικου και κινέζικου κεφαλαίου).

Ο κυβερνοπόλεμος είναι πρώτα και κυρίαρχα μια μορφή του κοινωνικού πολέμου εναντίον των καταπιεσμένων πληθυσμών, των εργαζομένων, των μεταναστριών, απέναντι στις πολιτικές και κοινωνικές κινήσεις που στρέφονται ενάντια στην καπιταλιστική τάξη πραγμάτων. Σύμφωνα με τα σύγχρονα δόγματα αντιεξέγερσης, όπως υποστηρίζει και το think tank της αντιεξέγερσης Kilcullen, ο κυβερνοπόλεμος εναντίον των καταπιεσμένων έχει διπλή φύση: τόσο ως αποκλεισμός της πληροφορίας ή έλεγχος της ροής της όσο και ως πόλεμος της πληροφορίας – ιδεολογίας: ως πόλεμος θέσεων και σημείων για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης (από μαζική διασπορά fake news μέχρι ψυχολογικές εκστρατείες στα social media πάνω σε επίδικα συμβάντα όπως εκλογικές μάχες, πολεμικές συρράξεις, κοινωνικά κινήματα). Με την εδραίωση του παραδείγματος του Κατασκοπευτικού Καπιταλισμού, η ίδια η ανθρώπινη φύση γίνεται η πρωτογενής ύλη για τις κερδοσκοπικές και κρατικές μηχανές, καθώς ελέγχεται, χαρτογραφείται, αναλύεται το συναισθηματικό μας προφίλ, οι προτιμήσεις μας, τα κλικ μας, οι αγορές μας, ο πολιτικός προσανατολισμός μας, σε μια διαδικασία «πρωταρχικής συσσώρευσης» και εξόρυξης μεταδεδομένων της καθημερινής κίνησης πολιτών και εργαζομένων για μελλοντική κρατική και επιχειρηματική χρήση. Όπως επισημαίνουν διάφοροι περισσότερο ή λιγότερο γνωστοί διανοητές όπως ο Chomsky, η Klein, η Zubbof, ο Snowden, ο Harari βρισκόμαστε σε ένα καθεστώς ολοκληρωτικού ελέγχου και επιτήρησης, που ενσαρκώνεται καθολικά σε όλο τον πληθυσμό (χαρτογράφηση του κοινωνικού και ανθρώπινου πεδίου).

Ο έλεγχος μέσω των νέων τεχνολογιών επιτήρησης και η άσκηση κυβερνητικού πολέμου πάνω στις πλάτες μας ενσαρκώνεται τόσο καθολικά σε όλη την κοινωνία όσο και διαφορικά σε στιγμές εξαιρετικής βίας απέναντι σε απειλές που θεωρούνται «εξαιρετικές»: Εξαιρετική βιομετρική επιτήρηση από ένα στρατιωτικό και τεχνολογικό, βιομηχανικό σύμπλεγμα απέναντι στις «εξαιρετικές μεταναστευτικές ροές», εισαγγελικές παρεμβάσεις για post στο fb, παρακολουθήσεις τηλεφώνων αγωνιστών σε διάφορες περιπτώσεις στην Ελλάδα και διεθνώς. Η πανδημία COVID-19 και η κρατική της διαχείριση αναμένεται να παίξουν ρόλο στην αύξηση της έντασης του κυβερνοπολέμου (της βιομετρικής παρακολούθησης πλέον με πρόσχημα την υγεία και τη δημόσια ασφάλεια κλπ) και την ολοένα μεγαλύτερη καπιταλιστική κερδοφορία βάσει των δεδομένων που συλλέγονται από την ψηφιακή μας δραστηριότητα. (βλ. το κείμενο του Ian Alan Paul, Ελέγχοντας την Κρίση)

Η αποτροπή και η στοχοποίηση digital εχθρών, πραγματικών ή φανταστικών, γίνεται το καθήκον που διεκπεραιώνουν ταυτόχρονα και από κοινού μηχανισμοί επιτήρησης, ελέγχου και λογοκρισίας, σε μια προσπάθεια οπού κάθε καθεστώς κυβερνοπολέμου προσπαθεί να εξουδετερώσει την διάχυση του εχθρού και να φθείρει τα σχέδιά του (Witheford and Matviyenko, 2019). Όμως είναι λάθος να φανταζόμαστε τον online κόσμο ως ένα αυτοοργανωμένο σύστημα όπου διαμορφώνεται από την ελεύθερη και ανεμπόδιστη αλληλεπίδραση των χρηστών. Υπάρχουν κολοσσιαίοι πύργοι ελέγχου, τεράστια μονοπώλια όπως η Google, το Facebook που είναι οι οργανωτές και οι διαμορφωτές του περιβάλλοντος και των συνθηκών της αλληλεπίδρασης αυτής. Οι τεράστιες βάσεις δεδομένων που συγκεντρώνουν και οι όλο και μεγαλύτερες τεχνικές εξόρυξής τους.

Η Αντιεξέγερση έχει από καιρό τώρα ασχοληθεί με την διαμόρφωση, τον έλεγχο και την επιτήρηση του online περιβάλλοντος και μέσα από αυτό κάθε πτυχής της ενσώματης ζωής και διάθεσης. Για παράδειγμα, υπό την ομπρέλα της «τρομοκρατικής προπαγάνδας» φιλτράρονται, περιθωριοποιούνται και μπανάρονται video, τραγούδια, αναρτήσεις, αναλύσεις και καλέσματα  (βλέπε εγχειρίδιο online terrorism) λογοκρίνονται και κατεβαίνουν, τα κινητά και οι μετακινήσεις παρακολουθούνται.

Στον Κατασκοπευτικό Καπιταλισμό, η Zuboff κάνει μια εκτενή και πλήρως εμπεριστατωμένη ανάλυση της λειτουργίας των κολοσσών Facebook, Google, Amazon, Microsoft κλπ. (Zuboff, 2019).  Ήδη από το ξεκίνημά τους αυτές οι εταιρίες είχαν ως βασικό εμπόρευμα τα δεδομένα των χρηστών, οπού μετά από επεξεργασία, παράγονταν μοντέλα πρόβλεψης συμπεριφοράς και διάθεσης, καθώς και παρέμβασης και τροποποίησής της: η αλληλεπίδραση μας με το Internet και η διαμόρφωση των ατομικών μας προφίλ γίνεται με αλγορίθμους, «αυτοματοποιημένες διεργασίες μηχανικής μάθησης που όχι μόνο γνωρίζουν συμπεριφορά αλλά και την διαμορφώνουν σε κλίμακα που εξυπηρετεί εκάστοτε ανάγκες κεφαλαίων και κρατών» έτσι ώστε να «μιλάμε πλέον και για την δική μας αυτοματοποίηση». Ο πιο ασφαλής τρόπος πρόβλεψης στην συμπεριφορά είναι η τροποποίηση και η παρέμβαση στην πηγή της: παράγουμε έτσι οικονομίες τροποποίησης δράσης, συναισθημάτων, κατανομής προσοχής, αξιολόγησης κόσμου.  

Η εξόρυξη δεδομένων (data mining) καλύπτει όχι μόνο τα κλικ και τις αντιδράσεις αλλά αναζητά «βέλτιστης ποιότητας» πληροφορίες προσπαθώντας να χαρτογραφήσει όλο και μεγαλύτερο μέρος του ψυχικού και κοινωνικού πεδίου. Ενσώματες συναισθηματικές αντιδράσεις που αποτελούν την προσυνειδητή αξιολόγηση της πληροφορίας, ανάλυση του κοινωνικού δικτύου ενός ατόμου, το πώς επηρεάζεται και το επηρεάζει ψυχολογικά, το τι αντίκτυπο θα έχει αυτό στην συμπεριφορά του, χαρτογράφηση κάθε πτυχής του υλικού περιβάλλοντος στο οποίο κινείται. Ο Page, συνιδρυτής της Google αναφέρει: «Οι αισθητήρες είναι πάνφθηνοι, η αποθήκευση φτηνή, οι κάμερες το ίδιο. Oι άνθρωποι παράγουν τεράστιο όγκο δεδομένων. Ό,τι έχεις ακούσει, ό,τι έχεις δει ή βιώσει μπορεί  να γίνει searchable. Ολόκληρη η ζωή σου μπορεί.»     

Το νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται βασίζεται σε νέα τεχνολογικά ευρήματα όπως το GPS, το RFID, τις εξατομικευμένες ψηφιακές υπηρεσίες, τις διάφορες εφαρμογές αισθητήρων και αναγνώρισης, καθώς και τους κοινωνικούς παράγοντες, συγκινήσεις, αισθήματα, συναισθήματα που παράγονται στη συνθήκη αυτή (καθιερώνεται πχ η έννοια social capital). Εμπειρίες γεμάτες συγκίνηση και αισθήματα, το ερώτημα για το πώς νιώθει κανείς σε μια αλληλεπίδραση, για το πλαίσιό της, ακόμα και ερωτήματα όπως το «τι έχει πλάκα ή ενδιαφέρον;» αποκτάν πλέον κεντρική σημασία. Με την γενικευμένη χρήση υπολογιστών, smartphones ή tablets, η αλληλεπίδραση μεταξύ του χρήστη και του ψηφιακού κόσμου (πχ. Youtube, Google)   χαρτογραφείται όχι μόνο σε σχέση με συγκεκριμένες εργασίες, αλλά και τις άσκοπες αναζητήσεις στα πλαίσια του ελεύθερου χρόνου. Το περιβάλλον αυτό κυριαρχεί όχι μόνο στο περιβάλλον εργασίας, αλλά σε σχολεία, κατοικίες κα. Η κίνηση προς το Internet of Things περιλαμβάνει πλέον τις υλικές, ενεργητικές και παθητικές αλληλεπιδράσεις με το αισθητηριακό περιβάλλον, σε μια διαδικασία που εκτυλίσσεται παντού και στην οποία η ακριβής και αναλυτική πληροφορία για κάθε λεπτομέρεια της καθημερινής ζωής, σκέψης επιθυμίας ανταλλάσσεται για την πρόσβαση στην παρεχόμενη άνεση. (Sampson, 2017). Οι συναισθηματικές και σωματικές  αντιδράσεις κατά αυτήν την αλληλεπίδραση  «γίνονται δεδομένα τα οποία επεξεργάζονται, μεταπωλούνται και προσφέρονται στην αγορά ως νέες εμπειρίες και φρέσκες επιλογές lifestyle.” (Parisi, 2015).

Σε αυτό το πληροφοριακό σύμπλεγμα πρέπει να περιμένουμε πως θα ενταχθεί και η άνοδος των βιομετρικών και βιοχημικών δεδομένων με αισθητήρες, κινητά, εφαρμογές, ψηφιοποίηση δεδομένων υγείας και σχετικών παραμέτρων, που με την πανδημία Covid-19 βρήκαν πολύ γόνιμο έδαφος (βλ για παράδειγμα Udgata and Suryadevara 2021). Ήδη η Google και η Apple κινούνται προς την δημιουργία εφαρμογών «πιστοποίησης εμβολιασμού» με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει (διακρίσεις και περιθωριοποιήσεις σε εργασία, χώρους, μετακινήσεις και πολλά άλλα από τα οποία θα αποκλείονται οι «μη εμβολιασμένοι», «οι μεταδοτικοί» κλπ). Το Ισραήλ εισάγει το green passport app, δίνοντας προνόμια στους εμβολισμένους, πραγματοποιώντας έτσι το όνειρο που είχε και το Ελληνικό Κράτος όταν έκανε το αντίστοιχο αίτημα στην ΕΕ, σχέδιο που πλέον υιοθετείται σχεδόν παγκοσμίως για λίγες ή περισσότερες κοινωνικές δραστηριότητες.

Ο έλεγχος και το φιλτράρισμα των πληροφοριών που εμφανίζονται στα pc και στα smartphones  καθορίζουν με ασύνειδο τρόπο την δημιουργία μιας εικόνας για τον κόσμο, για το τι είναι σημαντικό και το τι όχι, για την συναισθηματική του πρόσληψη. (Πχ πρακτική της δημιουργίας πολλών bot λογαριασμών που λειτουργούν με τεχνητή νοημοσύνη και προπαγανδίζουν-μεταδίδουν εικόνες, τίτλους, και κυρίαρχες αφηγήσεις).

“Αν οι media αναπαραστάσεις είναι λειτουργίες που παράγουν κοινά νοήματα για τους εαυτούς μας και το γύρω περιβάλλον, είναι εξίσου βασικές στο να αναπαράγουν και να σχηματίζουν τις αναπαραστάσεις για τις μειονότητες και τις άνισες κοινωνικές σχέσεις”, με εκτενείς μελέτες να αποτυπώνουν το καθημερινό βίωμα, πως στα Ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης παράγονται και μεταδίδονται σκιαγραφήσεις και αναπαραστάσεις των μεταναστριών με σκληρή αρνητική χροιάκαι προκατάληψη (ο «Ξένος» ο «Εισβολέας», ο «Ισλαμιστής», ο «Φορέας Ασθενειών, ο «Βρώμικος»). (Media and Social Representations of Otherness, 2020)

Πριν 9 χρόνια, το 2012 το Facebook διεξήγαγε ένα τεράστιο ψυχολογικό πείραμα, χειραγωγώντας τα συναισθήματα 700.000 χρηστών εκθέτοντάς τους μόνο σε θετικά ή αρνητικά post, γεγονός που όπως παρατήρησε είχε μεγάλη επίδραση στην συναισθηματική τους κατάσταση και στην διάθεσή τους, κάτι που εκφράστηκε και στα μετέπειτα posts τους και στην αλληλεπίδρασή τους. «Η συνεχής ροή των εικόνων περιλαμβάνει πραγματικά τα πάντα αλλά κάποιος άλλος ελέγχει και εκπέμπει αυτήν την απλουστευμένη σύνοψη του αισθητού κόσμου; ο οποίος αποφασίζει το που θα κατευθυνθεί η ροή όπως και τον ρυθμό με τον οποίο θα εμφανίζεται το Θέαμα […]. « (Debord, 1988)  Όπως παραθέτει η Zuboff, το Facebook υποστηρίζει πως μπορεί να προβλέψει για κάθε χαρακτηριστικό της προσωπικότητας των χρηστών του σε ψυχολογικές κλίμακες, με απόκλιση λίγο πάνω από 10% της πραγματικής τιμής, ενώ τα από μόνα τους τα like μπορούν κάλλιστα να φανερώσουν με ακρίβεια σεξουαλικό προσανατολισμό, εθνικότητα, θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις, ατομικά γνωρίσματα, σχέση με ναρκωτικά, ενδοοικογενειακά προβλήματα.

Οι συμπράξεις και οι συμφωνίες Google, Facebook και γενικότερα του Κεφαλαίου της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και των Κρατών είναι δεδομένες. Όπως είδαμε με το παράδειγμα απεργίας πείνας του Κουφοντίνα, η λογοκρισία και η επιβολή ποινών για αναρτήσεις που τυποποιούνται υπό τον πασπαρτού όρο της «τρομοκρατικής απειλής και μετάδοσης μίσους» γίνονται όλο και περισσότερο διαδεδομένες, ενώ η κλασική μέθοδος είναι η περιθωριοποίηση (μη-εμφάνιση στην αναζήτηση). Η ψηφιακή δυστοπία του Social Credit System στην Κίνα δεν είναι ξένη πρακτική στα δυτικά, «φιλελεύθερα Κράτη» με παραδείγματα όπως της Cambridge Analytica που οργάνωνε και στήριζε φασιστικές ομάδες στην Αμερική, της Google που χαρτογράφησε όλες τις κινήσεις των πολιτών εν μέσω lockdown από τα δεδομένα και τις έκανε στατιστικές για βόλτες, κινητικότητες, βαθμό συμμόρφωσης στα μέτρα κλπ, της Palantir με την συνεχή υποκλοπή δεδομένων από τους πολίτες, το face recognition

«Μπορεί να αναφέρονται ως χαρακτηριστικά παραδείγματα διεύρυνσης του κρατικού ελέγχου των πληθυσμών με αφορμή τον Covid-19 η Κίνα, το Ισραήλ και άλλα, όμως γνωρίζουμε, ειδικά μετά τις αποκαλύψεις των Edward Snowden και Julian Assange, ότι οι κυρίαρχες τάξεις του καπιταλιστικού κόσμου έχουν μετατραπεί, όλες και ανεξαιρέτως, σε λιγότερο ή περισσότερο προηγμένες «ψηφιακές δικτατορίες», πολύ πριν τον Covid-19. Η κήρυξη της τωρινής Παγκόσμιας Κατάστασης Έκτακτης Ανάγκης είναι το αποκορύφωμα μιας πορείας μετασχηματισμού του καπιταλιστικού κράτους, όπως είδαμε, σε επιχειρηματικό κράτος άμυνας/ασφάλειας, κανονικοποίηση της κρίσης του καπιταλισμού στο κρατικό επίπεδο του ελέγχου, της εκμετάλλευσης και της αναπαραγωγής των υποτελών πληθυσμών.» (Ανήσυχοι νεκροί, Αντιπολεμική Διεθνιστική Κίνηση)

Βλέπουμε για παράδειγμα, πέρα από τα πλήρως υπαγόμενα στην κρατική κυριαρχία κανάλια και τις χυδαίες παραποιήσεις τους και παραπληροφορήσεις τους, η Αντιεξέγερση του Κράτους εκφράζεται και από τοπικές σελίδες ενημέρωσης, υποθετικά ουδέτερες, είτε από «μη-πολιτικά» άτομα με προσωπική επιρροή στον εκάστοτε τόπο, influencers κλπ. (Anatomy of a Counter-Insurgency, 2020)

 

CASE REPORT online αντιεξέγερσης

Θεαματική digital Αντιεξέγερση εν δράση: Thestival την μέρα της μεγάλης και δυναμικής πορείας 10.000ων 11/3 στην Θεσσαλονίκη, μετά την εκκένωση της Πρυτανείας του ΑΠΘ που τελούσε υπό κατάληψη. Πώς πλαισιώνει την είδηση της τεράστιας, πανηγυρικής μας πορείας:

1)      Πέρα από την δύο σειρών καταγραφή όπως «Φοιτητές καλούν σε συγκέντρωση στην Καμάρα», «έγιναν 16 συλλήψεις», «θα γίνει πορεία στο κέντρο στις 13:00» αποσιώπησαν και όλα τα περιεχόμενα και η δυναμική της, τα συνθήματα, τα καλέσματα. Το μόνο πολιτικό περιεχόμενο και καλέσμα που ανεβάζει είναι του ΣΥΡΙΖΑ, «και αντιπροσωπέια του ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία» «κάλεσμα σε συγκέντρωση από την νεολαία σύριζα»  προσπαθώντας να ενσωματώσει στις συνειδήσεις την μη εκφραζόμενη κοινοβουλευτικά δυναμική στο αντιδραστικό πλαίσιο του Συριζα, του κοινοβουλευτισμού και του διπόλου Αριστεράς-Δεξιάς.

 

2)     Όταν η πορεία πήγε να κινηθεί προς το πανεπιστήμιο, η αστυνομία απάντησε αμέσως με τόνους χημικών και έγινε σύγκρουση, με τους μπάτσους να πετάν μέσα στον κόσμο τόνους δακρυγόνων, από Καμάρα μέχρι Αγ. Βενιζέλου. Η πορεία δεν έσπασε ούτε στιγμή. Αυτό αναφέρεται ως «μετά την λήξη της πορείας ομάδα ατόμων πέταξε μολότοφ στην αστυνομία στην Εγνατία» αναπαράγοντας το κλασικό δίπτυχο «ανοργάνωτος-ειρηνικός κόσμος/μπαχαλάκηδες». Αντιθέτως, μετά την πραγματική λήξη της πορείας, χιλιάδες κόσμου παρέμειναν στην ρωμαϊκή αγορά.

3)      Στο σάιτ τους, δίπλα στην είδηση-δήλωση του ρουφιάνου Πρύτανη Παπαϊωάννου για την εκκένωση,  τοποθετείται είδηση για έναν καλό διευθυντή που οδήγησε τα παιδιά έξω το σχολείο μετά τον σεισμό. 10 μέρες πριν. Η είδηση της μέρας ήταν απλώς ό,τι χτύπησε το κουδούνι του σχολείου για τελευταία φορά. «Κάνουν και καλό οι διευθυντές (..και οι Πρυτάνεις)».

 

4)     Επίσης στη ροή των ειδήσεών τους εκείνη την ημέρα, εμφανίζεται: «Κάποιος έφθειρε την δημόσια βιβλιοθήκη του Κιλκίς  με συνθήματα για τον Δ. Κουφοντίνα.» (Σαν να μην υπήρχε έξω από την Θεσσαλονίκη πιο σημαντικό νέο. Η πρόθεση της επιλογής είναι ξεκάθαρη)

 

5)     Αλλά βρέθηκε και καλύτερο, κάπου στην Αθήνα κάποιοι «μπάχαλοι σκίσαν την εικόνα της Παναγίας που κρατούσε ένας παππούλης, βρίζοντας πατρίδα και οικογένεια», όλα αυτά την ίδια μέρα, πρώτα-πρώτα στη ροή των νέων μαζί με τα γεγονότα της πορείας.

 

6)      «Βομβαρδισμένο τοπίο η Εγνατία μετά τα επεισόδια» μαζί με «Συνεργεία της Υπηρεσίας Καθαριότητας του δήμου Θεσσαλονίκης ανέλαβαν δράση» με άλλη μια standard προσπάθεια περιγραφής της πορείας ως θερμοκέφαλου όχλου πλήρως αποκομμένου και εχθρικού προς τον κόσμο της εργασίας.

 

7)      «Αύξηση 206% του ϊού στα λύματα της Θεσσαλονίκης», επαναθέτοντας τον υγειονομικό κίνδυνο που επικαλέστηκε και ο Μητσοτάκης, όσο οι πραγματικές ειδήσεις για την υγεία θα ήταν μάλλον όλοι οι άρρωστοι που το Κράτος αφήνει να πεθάνουν χωρίς ιατρική φροντίδα, τα υποστελεχωμένα και υποεξοπλισμένα νοσοκομεία,  (και είναι πολλοί την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές) υποβαθμίζοντας ακόμα περισσότερο την υγεία ενεργητικά όσο κάνουν lockdown στο lockdown για δημόσια τάξη.

 

Το ανταγωνιστικό κίνημα αντιμέτωπο με το Κράτος - Θέαμα

 

Το γεγονός πως το Κράτος εμφανίζεται ως Θέαμα σημαίνει πως παράλληλα εκφράζει αλλά ταυτόχρονα και αποκρύπτει τον κρατικό σχεδιασμό. Υπάρχει το ενδεχόμενο η δυσπιστία και η αμφισβήτηση απέναντι στην κυριαρχία να απομειωθεί σε απλό γέλιο, σάτιρα και ειρωνεία των κρατικών εκπροσώπων, ως καταγγελία της απουσίας συνοχής της Θεαματικότητας. «Εσύ που νομίζεις ό,τι είσαι κυρίαρχος, είσαι στην πραγματικότητα γελοίος» λέμε από μέσα μας για να πειστούμε πως είμαστε ανεξάρτητοι και απελευθερωμένοι από τον λόγο της εξουσίας και να παραμείνουμε αδρανείς. Κι όμως, το να βλέπει κανείς video του Luben που σατιρίζουν επιδέξια πολιτικά πρόσωπα, memes και diss tracks δεν έχει από μόνο του τίποτα το χειραφετητικό, από την στιγμή που και τα ίδια τα πρόσωπα αυτά παράγουν διαρκώς από μόνα τους το extravagant πρωτογενές υλικό: «στις σύγχρονες κοινωνίες, είτε δημοκρατικές είτε ολοκληρωτικές, η κυνική αποστασιοποίηση, το γέλιο και η ειρωνεία είναι μέρος του παιχνιδιού. Η ιδεολογία δεν περιμένει να ληφθεί σοβαρά ή κυριολεκτικά ως κυρίαρχη.» (Υψηλό Αντικείμενο της Ιδεολογίας). Όσο πιο αδύναμα και γελοία τα πρόσωπα της εξουσίας παρουσιάζουν τους εαυτούς τους, τόσο πιο καλοκουρδισμένα δουλεύει το Κράτος, καθώς οι μηχανισμοί τους λειτουργούν μια χαρά από μόνοι τους και οι «ηγέτες και πρωθυπουργοί» δεν παίζουν καθοριστικό ρόλο. Όσο πιο γελοίοι εμφανίζονται μπροστά μας οι μεμονωμένοι κυβερνώντες, τόσο πιο μεγάλος είναι ο βαθμός της (προσωρινής) συλλογικής τους ισχύος απέναντι στους καταπιεσμένους. Όμως, το Κράτος εμφανίζεται ως Θέαμα ακριβώς όταν ο ορθολογικός του πυρήνας, η στρατηγική του και ο κόσμος που μας επιφυλάσσει, δεν μπορεί να εμφανιστεί ως αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή ως μια απέραντα κυνική διαχείριση κάθε πτυχής του κόσμου και της ανθρώπινης δραστηριότητας με όρους κέρδους και κόστους/ζημιάς.

 

Αν η διάχυτη κοινωνική δυσφορία που προκαλεί η οργανωμένη επίθεση Κράτους και Κεφαλαίου διοχετευτεί και εκτονωθεί  στα κυβερνητικά πρόσωπα χωρίς να προχωρήσει πιο βαθιά, ενάντια στο ίδιο το Κράτος, το Κεφάλαιο και τις δομές τους, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος απορρόφησης των κινημάτων σε Αριστερές Κοινοβουλευτικές Εναλλακτικές, που λειτουργούν ως μηχανισμοί ενσωμάτωσης και συμπερίληψης της κοινωνικής δυσαρέσκειας και οργής. Μόνο φαινομενικά πιο προοδευτικές αλλά ουσιαστικά εξίσου αντιδραστικές, όπως μας θυμίζει το ΣΥΡΙΖΑ.

 

Ο αποτροπιασμός για τις εικόνες και τα βίντεο της βίας των μπάτσων να σταθεί αφορμή για να δούμε την πιο κρυμμένη αλλά περισσότερο διάχυτη, συνεχής και δομική βία του κόσμου του Κεφαλαίου. Να μην τη συνηθίσουμε, να μην τη θεωρούμε «φυσική». Πίσω από την Νέα Σμύρνη, στα καθημερινά ξύλα από μπάτσους στον δρόμο, στο τροχαίο έξω από την Βουλή, στις συλλήψεις των φοιτητών, στις πτυχές που η βία της εξουσίας γίνεται πιο θεαματική, βρίσκεται μια άλλη μορφή βίας, σωματικών και ψυχικών τραυματισμών, από καταθλίψεις και αγχώδεις διαταραχές μέχρι δολοφονίες. Στις μετανάστριες που πνίγονται στο Αιγαίο, στα camps, στα εργατικά ατυχήματα, στις αυτοκτονίες στο στρατό, στις κρατικές δολοφονίες πάνω στην διαχείριση της πανδημίας covid, πάνω στο κατεστραμένο ΕΣΥ, δολοφονίες που φαίνονται ως απλά οικονομικά νούμερα, «υποχρηματοδότηση», σε όλο το φάσμτα και σε όλα τα πεδία μιας κοινωνίας που λειτουργεί με την λογική του Κεφαλαίου:

«Λέγοντας αργή βία, εννοούμε την βία που λαμβάνει χώρα σιγανά και εκτός πεδίου όρασης, μια βία αργής φθοράς και θανάτου, διάχυτης στον χρόνο και στον χώρο, μιας βίας που δεν γίνεται καν αντιληπτή και αισθητή ως βία. Την βία παραδοσιακά την φανταζόμαστε σαν ένα συμβάν ή μια δράση που ξεκινά και τελειώνει μια συγκεκριμένη στιγμή, εκρηκτική και θεαματική, άμεσα αντιληπτή, ορατή, αισθητή. Η προκατάληψη με την οποία η αργή βία (δεν) γίνεται αντιληπτή, έχει μια σημαντικά επικίνδυνη επιρροή στο πότε κάποιος προσλαμβάνεται ως θύμα της. Θύματα της αργής βίας-ανθρώπινης και περιβαλλοντικής- είναι το πιο πιθανόν να μην τα αναγνωρίσουμε, να μην τα βλέπουμε καν. Τα θύματα της αργής βίας περνάν ελαφρά την καρδία, δυσκολευόμαστε να τα αντιληφθούμε, να τα θυμηθούμε και αυτό έχει τεράστια  επίδραση στους τρόπους που θυμόμαστε τους  τωρινούς (κοινωνικούς) πολέμους και σκληρές συνέπειες για τις αναμενόμενες απώλειες στους μελλοντικούς (κοινωνικούς) πολέμους.» (Nixon, 2011)

 

Να φτιάξουμε δομές και πολύμορφα κινήματα διάρκειας και έντασης, που να παράγουν δικούς τους χρόνους, δράσεις και συμβάντα, να ξεφύγουν από τον ρόλο της απάντησης στις δράσεις του Κράτους, είτε με την μορφή νομοσχεδίων είτε με την μορφή καταστολής, είτε με την μορφή σκανδάλων. Να ανακτήσουμε τις δικές μας διάρκειες,  να ανακτήσουμε κριτική μνήμη, στρατηγική: «Λέγοντας «λειτουργικό» εννοούμε ένα παρελθόν που μπορεί να βοηθήσει να γίνει το μέλλον πιο διαυγές, να μπορέσει να οργανώσει τις δράσεις για το μέλλον, να δίνει «μαθήματα»,  τακτική κλασική από την μπάντα Κράτους και στρατού προσεγγίσεις και επεξεργασίες στον πόλεμο και στους κοινωνικούς αγώνες .Ένα λειτουργικό παρελθόν απαιτεί την διατήρηση μιας κριτικής συνείδησης σχετικά με το πως και γιατί και από ποιες δυνάμεις συγκροτήθηκε το παρελθόν, έτσι ώστε να δοθεί νόημα στο παρόν. Είναι δύσκολο να σκεφτεί σήμερα  κανείς πως ένα παρελθόν, όπως η μνήμη μιας σύγκρουσης ή ενός κινήματος, μπορεί να λειτουργήσει για  ανάλυση, επεξεργασία, οργάνωση και κατεύθυνση για το μέλλον.» (Inaccessible war: media, memory, trauma and the blueprint, 2020)

 

Αν το Κράτος μας βομβαρδίζει διαρκώς με αιχμές, εμείς οφείλουμε να σκάψουμε, να αποκαλύψουμε και να επιτεθούμε στον ορθολογικό του πυρήνα, εκεί που απρόσωπες κρατικές και διακρατικές επιτροπές παράγουν όχι σκάνδαλα αλλά νούμερα και αριθμούς, νούμερα που όμως είναι οι ζωές μας, οι ψυχές μας, οι άνθρωποί μας, οι ελεύθεροι μας χρόνοι και οι συναντήσεις μας, που θυσιάζονται για να γίνει βιώσιμο το κέρδος και η όλο και μεγαλύτερη συσσώρευση πλούτου από το Κεφάλαιο.

Να μεταβούμε από τον Λιγνάδη στην εναντίωση στην Πατριαρχία του Κράτους Άμυνας/Ασφάλειας σε κάθε πεδίο, σώμα και βίωμα, από τους μπάτσους και τον Χρυσοχοΐδη στην εναντίωση στην στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας, με τον μιλιταρισμό, τους υπερεξοπλισμούς, την επιτήρηση του Κράτους Άμυνας/Ασφάλειας. Από τις ατάκες του Άδωνη για τα επιδόματα στην εναντίωση στην εργασιακή μας υποτίμηση και το κλέψιμο του ελεύθερου χρόνου μας. Από την απαγόρευση κυκλοφορίας στην εναντίωση σε κάθε μορφή κρατικά επιβαλλόμενου εγκλεισμού ή ανοίγματος με απαγόρευση κυκλοφορίας και αστυνομία στις πλατείες να διώχνει κόσμο προς τα μαγαζιά.

 

 

 

Αντί επιλόγου…

Σε καμία περίπτωση δεν απαξιώνεται ο ρόλος και η δυναμική του Internet ως μέσου και ως εργαλείου αγώνα. Τόσα κινήματα και εξεγέρσεις μας το θυμίζουν αυτό, από την Αραβική Άνοιξη το 2010 ο ρόλος του είναι βασικός για την πληροφόρηση, την επικοινωνία, την ενημέρωση, τον συντονισμό και την οργάνωση των περισσότερων κινημάτων, ή ακόμα και για την πυροδότησή τους. Όμως, μέσα του η Αντιεξέγερση είναι ήδη διάχυτη και ενεργή και για να την εξουδετερώσουμε, για να απενεργοποιήσουμε την ισχύ της πάνω μας, θα πρέπει να εξελιχθούμε. Θα πρέπει να καταλάβουμε πως ασκείται πάνω μας, στα κινητά και στα laptops, στα δεδομένα μας, στις ζωές μας. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτή η θεμιτή και η αθέμιτη επίδραση της υπερπληροφόρησης πάνω μας και να βρεθούν τρόποι και πρακτικές να αρθούν τα αρνητικά αποτελέσματα που αναφέρθηκαν παραπάνω, να ενισχυθούν τα θετικά, για την καλύτερη  οργάνωση των απελευθερωτικών κινημάτων

Η παρέμβαση και η αντιπληροφόρηση στα mainstream social media όπως το facebook, θα πρέπει χρησιμοποιεί τις νέες πρακτικές και δυνατότητες (πχ streamings, podcasts, video, δίκτυα και σελίδες αντιπληροφόρησης) αλλά θα πρέπει και να συνδυαστεί με μια κριτική στα όρια τους, θα πρέπει αυτά να αντιμετωπιστούν ως πεδίο ανταγωνισμού και μάχης για τον έλεγχο των δεδομένων και της πληροφορίας, με παράλληλη δημιουργία αποκεντρωμένων δικτύων, ανεξάρτητων από τα πλαίσια της κερδοσκοπίας του Κεφαλαίου και της επιτήρησης-καταστολής του Κράτους.

«Από τους μετανάστες που με τα κινητά τους ενημερώνονται για το πως θα μπορέσουν να αποφύγουν τον θάνατο στην Ευρώπη φρούριο, μέχρι τα tweet  από την εξεγερμένη πλατεία Γκεζί και τα κινήματα των hashtags (#) που μεταμορφώνονται εν μία νυκτί σε εξεγέρσεις στην Βαλτιμόρη ή το Φέργκιουσον. Αυτή η νέα αφήγηση που διαπερνά με άτακτο τρόπο δομές και κατεστημένο δημιουργεί εκρηκτικές δυνατότητες μαζί με νέες καθηλώσεις. Ειδικά σε όποια πλευρά πιστεύει πως η ψηφιακή οδός θα λύσει όλα τα δεινά οργάνωσης, παρέμβασης και συνειδητοποίησης του κινήματος. Αυτό όχι μόνο γιατί ο καπιταλισμός τα εκμεταλλεύεται κι αυτός και με περισσότερους πόρους, αλλά γιατί ο πόλεμος δεν κερδίζεται ποτέ σε ένα μόνο πεδίο. Ο Κυβερνοπόλεμος μας υπενθυμίζει πως ο σύγχρονος πόλεμος είναι ολιστικός αγκαλιάζοντας όλες τις πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας και ως τέτοιον πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε. Αποκαλύπτοντας την φύση του, τα όπλα του, μπλοκάροντας τις ενέργειές τους, καταστρέφοντας τις δομές και τα όπλα του, μετασχηματίζοντας του τεράστιους πόρους που δαπανά (φυσικού, οικονομικούς και ψηφιακούς) ώστε να περάσουν στα χέρια των αγωνιζόμενων προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Δημιουργώντας έτσι πραγματικές κοινότητες αγώνα που ζουν και αναπνέουν εντός και εκτός του κυβερνοχώρου. Σε αυτόν τον αγώνα το κράτος, οι θεσμοί, οι εθνικισμοί , η τεχνοφοβία δεν έχουν θέση. Κρατώντας ως τελευταίο το εξόφθαλμο καπιταλιστικό κομμάτι του κυβερνοχώρου, ας δούμε τις μεγαλύτερες οικονομικές αυτοκρατορίες των πιο πλούσιων ανθρώπων στο κόσμο, αλήθεια τι πουλάνε όλοι αυτοί; Πως λοιπόν ο κυβερνοχώρος όπου οι τιτάνες του καπιταλισμού κερδοφορούν πάνω στην κοινωνικά παραγόμενη αναπαράσταση της πραγματικής κοινωνίας αποτελεί έναν χώρο που δεν μας νοιάζει πως λειτουργεί και πως πολεμά;

Μια άλλη κοινωνία δεν θα κερδηθεί μόνο με τα πληκτρολόγια αλλά και με αυτά, όπως μας υπενθυμίζει o Wark McKenzie στην τέταρτη έκδοση του Χάκερ Μανιφέστο: “Το χακάρισμα αγγίζει το εικονικό και μεταμορφώνει το πραγματικό”. » (ΑΔΚ, Ο αόρατος πόλεμος του κυβερνοχώρου)

 

 

 

 

 

1.      Anatomy of a Counter-Insurgency, 2020 (https://mronline.org/2020/07/03/anatomy-of-a-counter-insurgency).

2.    Baudrillard Jean, Η Έκσταση της Επικοινωνίας (1987).

3.    Berardi Franco (Bifo),  Επισφαλής Ραψωδία: Σημειοκαπιταλισμός και οι παθολογίες της μετα-άλφα γενιάς (2009).

4.    Briziarelli Marco and Armano Emiliana (eds), The Spectacle 2.0: Reading Debord in the Context of Digital Capitalism (2017).

5.     Carr Nicholas, The Shallows: What the Internet is doing in Our Brains (2012).

6.    Crary, Jonathan. Suspensions of Perception: Attention, Spectacle and Modern Culture (2000).

7.     Debord Guy, Η Κοινωνία του Θεάματος  (1967).

8.    Debord Guy, Σχόλια πάνω στην Κοινωνία του Θεάματος (1988).

9.    Derrida Jacques, Archive Fever: A Freudian Impression (1995).

10.  Darley A, Visual Digital Culture: Surface Play and Spectacle in New Media Genres (2000).

11.  Farman Jason, Mobile Interface Theory: Embodied Space and Locative Media. New York: Routledge (2012).

12.Ford  Matthew and Hoskins Andrew, Radical War: Data, attention and control in the 21st century (2021). (ετοιμάζεται στο προσεχές διάστημα)

13.Grondin S, Mendoza-Duran, Rioux, Pandemic, Quarantine, and Psychological Time (2020)  Frontiers in Psychology.    

14.Günther Anders, The World as Phantom and Matrix: Philosophical Observations on Radio and Television (1956).

 

15. Haworth Alan, Totalitarianism and Philosophy (2020).

 

16.Hoskins, A., Illingworth, S. Inaccessible war: media, memory, trauma and the blueprint. Digi War 174–82 (2020).

17. Ian Allan Paul, The Fascist Simulation (https://www.ianalanpaul.com/the-fascist-simulation/).

18.Ian Alan Paul, Ελέγχοντας την Κρίση.(https://antiwarproject.blogspot.com/2021/05/blog-post.html)

 

19.Johanssen Jacob (ed.) , Psychoanalysis and Digital Culture: Audiences, Social Media, and Big Data (2019).

 

20. Mannarini, Veltro , Salvatore (eds), Media and Social Representations of Otherness (2020).

 

21.Marzi A (ed.), Psychoanalysis, Identity and the Internet: Explorations into Cyberspace (2016) .

22.  Marx K και Ένγκελς, Κομμουνιστικό Μανιφέστο (1848).

 

23. Nicholls, B. (2017). Baudrillard in a ‘post-truth’ world: Groundwork for a critique of the rise of Trump. MEDIANZ: Media Studies Journal of Aotearoa New Zealand.

 

24. Nixon Rob, Slow Violence and the Environmentalism of the Poor (2011)

25.  Morris James, Simulacra in the Age of Social Media: Baudrillard as the Prophet of Fake News (2020).

 

26. Parisi Luciana, Instrumental Reason, Algorithmic Capitalism, and the Incomputable (2015).

27.  Protevi John, Deleuze and Wexler: Thinking Brain, Body and Affect in social context (2009).

28. Sampson Tony, The Assemblage Brain Sense Making in Neuroculture (2017).

29. Schwab& Malleret, The Great Reset (2020).

30. Udgata, Siba Kumar and Suryadevara, Nagender Kumar , Internet of Things and Sensor Network for COVID-19 (2021).

 

31.Dyer-Witheford N. and Matviyenko S, Cyberwar and Revolution: Digital Superfuge in Global Capitalism (2019).

 

32. Zuboff Shoshana, Η Εποχή του Κατασκοπευτικού Καπιταλισμού: Ο Αγώνας για ένα Ανθρώπινο Μέλλον στο Μεταίχμιο της Νέας Εξουσίας (2019).

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΟ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

33. Zizek S, Υψηλό αντικείμενο της Ιδεολογίας (1989).



[1] *structuring structure (δομούσα δομή) για τον Bourdieu: ένα οποιοδήποτε σχήμα (αντίληψη, Ιδέα, Θέαμα) το οποίο όταν εγκαθίσταται ως αληθινό, γίνεται το ίδιο το κριτήριο ερμηνείας και αξιολόγησης του κόσμου. Μια δομή μέσα μας που «οργανώνει τις πρακτικές μας καθώς και την αντίληψη και πρόσληψη των πρακτικών αυτών», ανατροφοδοτώντας τον εαυτού του και εμποδίζοντας διαφορετικές προσλήψεις: «Πρώτα, αυτές οι εσωτερικές δομές ξεχωρίζουν και επενδύουν  και προτιμούν τα αισθητικά ερεθίσματα που αντιστοιχούν, μεγαλοποιώντας έτσι την συμφωνία μεταξύ τους και του κόσμου. Δεύτερον, από την στιγμή που αυτές οι δομές διαμορφώνουν την αισθητική εμπειρία ώστε να συμφωνεί μαζί τους, περιορίζουν ακόμα περισσότερο την δυνατότητα αλλαγής του εγκεφάλου μέσω ενός νέου περιβάλλοντος». (Protevi, 2009)

[2] *Filter bubble: Ο όρος “Filter Bubble” πρωτοπαρουσιάστηκε από τον Eli Pariser -έναν ακτιβιστή του ίντερνετ και υπεύθυνο της ιστοσελίδας Upworthy- και περιγράφει την κατάσταση στην οποία η διαρκής προσπάθεια των μηχανών αναζήτησης να σερβίρουν προσωποποιημένες πληροφορίες στον χρήστη με βάση τις προτιμήσεις του και τις πληροφορίες που προτιμά, μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό του από αντικειμενική πληροφόρηση καθώς του εμφανίζονται μόνο πληροφορίες με τις οποίες συμφωνεί, και του αποκλείονται οι πληροφορίες με τις οποίες διαφωνεί.

 

[3] * Echo Chamber:  Ο όρος echo chamber αναφέρεται στην κατάσταση στην οποία οι απόψεις και οι πεποιθήσεις ενισχύονται και δυναμώνουν μέσω της επανάληψης και της αλληλεπίδρασης μέσα σε ένα κλειστό σύστημα μονωμένο από άλλες αφηγήσεις. Κινούμενοι σε ένα echo chamber, οι χρήστες μπορούν να αναζητάν πληροφορίες που στηρίζουν τις πεποιθήσεις που ήδη έχουν χωρίς να συναντούν καμία αντίκρουση, παράγοντας έτσι συνεχώς confirmation bias.


Σχόλια