Τούτη
η γενεαλογική μελέτη εντάσσει τη ναζιστική βία στη μα- κρά διάρκεια
εντός της ευρωπαϊκής ιστορίας, χωρίς όμως να κά νει την πρώτη να
απορρέει από τη δεύτερη με κάποιο αναπό φευκτο αυτοματισμό, σύμφωνα με
κάποια μοιραία και ανελέητη αιτιότητα. Αν το Αουσβιτς στάθηκε γέννημα
του δυτικού πολιτισμού, θα ήταν ωστόσο υπερβολικά απλουστευτικό να το
θεωρήσουμε φυσική του κατάληξη (θα ήταν καλύτερα να ερμηνευτεί ως
παθολογική του εκδήλωση). Το ζήτημα είναι μάλλον να κατανοήσουμε την
αλληλουχία των στοιχείων που έκαναν εφικτή τη ναζιστική εξόντωση. Το
έγκλημα έλαβε χώρα και φωτίζει τώρα πια το νοητικό πεδίο στο οποίο
γεννήθηκε, δίνοντάς μας πολύτιμα στοιχεία για να υποδείξουμε, όπως ένας
ντετέκτιβ κατά την έρευνά του, τα θύματα, το δολοφόνο και τους
συνενόχους του, τα κίνητρα και τα όπλα του εγκλήματος.1 Αυτό το
«ενδειξιακό παράδειγμα» εφαρμόστηκε εδώ στην ανάλυση των «ιχνών»
-εκτυφλωτικής ορατότητας- που άφησε πίσω του ο ναζισμός.2 Έχουν ήδη
ταυτιστεί τα θύματα (πρώτα-πρώτα οι Εβραίοι, μετά οι Τσιγγάνοι, οι
Σλάβοι, οι αντιφασίστες), ο δολοφόνος (η ναζιστική Γερμανία) και οι
συνένοχοί του (η Ευρώπη) - όλ’ αυτά
έχουν τεκμηριωθεί, με επιμελείς εργασίες, εδώ και καιρό.
Πιο
αμφιλεγόμενος, απεναντίας, είναι ο καθορισμός των κινήτρων (ο
ρατσισμός, ο αντισημιτισμός, ο ευγονισμός, ο αντικομμουνισμός) και των
όπλων του εγκλήματος (ο πόλεμος, η κατάχτηση,
η βιομηχανική
εξόντωση): παρότι επανερμηνεύτηκαν με πρωτότυπο τρόπο από το ναζισμό,
αυτά τα κίνητρα κι αυτά τα όπλα ανήκουν στο δυτικό πολιτισμιακό πλαίσιο,
κατά την ευρύτερη
έννοιά του. Ορισμένα «ίχνη» που άφησε πίσω της η
χιτλερική αγόρευση -η φυλετική βιολογία- έχουν αποτελέσει αντικείμενο
βαθιών αναλύσεων της ιστοριογραφίας. Άλλα, που αφορούν κυρίως τα
«νοητικά εργαλεία» του,3 δεν έχουν τραβήξει ως τώρα την αναγκαία
προσοχή. Η ιδέα ότι ο πολιτισμός συνεπάγεται την κατάχτηση και την
εξόντωση των «βλαβερών» ή «κατώτερων φυλών», η εργαλειακή αντίληψη της
τεχνολογίας ως μέσου οργανωμένης εξολόθρευσης του εχθρού δεν ήταν
επινοήσεις του
ναζισμού αλλά αποτελούσαν ένα «νοητικό habitus» της Ευρώπης από το 19ο αιώνα και την έλευση της βιομηχανικής κοινωνίας.
Η γενεαλογία που ανιχνεύτηκε σε τούτη τη μελέτη υπογραμμίζει ότι η βία και τα εγκλήματα του ναζισμού ανήκουν στο κοινό κεφάλαιο της δυτικής κουλτούρας. Δεν θεωρεί, ωστόσο, το Αουσβιτς αποκάλυψη της βαθύτερης ουσίας της Δύσης, αλλά ένα από τα πιθανά προϊόντα της και, μ’ αυτή την έννοια, ένα από τα νόμιμα τέκνα της.
Η ιδιαιτερότητα του ναζισμού
δεν έγκειται λοιπόν στην αντίθεσή του προς τη Δύση αλλά στην ικανότητά
του να πετύχει μια σύνθεση ανάμεσα στις διάφορες μορφές της βίας της. Ο
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν η στιγμή της συμπύκνωσης όλων των στοιχείων
που εντοπίστηκαν σ’ αυτή τη γενεαλογική έρευνα. Καταστρώθηκε σαν
αντιπαράθεση ανάμεσα σε ιδεολογίες, πολιτισμούς, «φυλές», ή με μια
κουβέντα ως Weltanschauungskrieg. Ευγονικές εμμονές, ρατσιστικές
παρορμήσεις, γεωπολιτικές βλέψεις και ιδεολογική σταυροφορία
συντονίστηκαν σ’ ένα ενιαίο καταστροφικό κύμα. Οι Εβραίοι, που
θεωρούνταν ενσάρκωση του Zivilisation, ηγετική ομάδα της ΕΣΣΔ,
εμπνευστές του κομμουνισμού, ζωντανή αντίθεση του Lebensraum,
καταστροφικός βάκιλος της αρίας φυλής, εγκέφαλος του διεθνούς
κομμουνιστικού κινήματος, βρέθηκαν στο επίκεντρο ενός τιτάνιου
καταχτητικού και εξολοθρευτικού πολέμου κι έγιναν έτσι ο καταλύτης της
βίας του ναζισμού. Η γκιλοτίνα, το σφαγείο, το φορντιστικό εργοστάσιο, η
ορθολογική διοίκηση, όπως κι ο ρατσισμός, ο ευγονισμός, οι αποικιακές
σφαγές και το μακελειό του A ' Παγκοσμίου Πολέμου είχαν διαμορφώσει
προκαταβολικά το κοινωνικόσύμπαν και το νοητικό τοπίο μέσα στο οποίο
επινοήθηκε και
εφαρμόστηκε η «Τελική Λύση». Δημιούργησαν τις
τεχνικές, ιδεολογικές και πολιτισμικές της προϋποθέσεις, οικοδομώντας το
ανθρωπολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε εφικτό το Αουσβιτς.
Όλα
αυτά τα στοιχεία βρίσκονταν στην καρδιά του δυτικού πολιτισμού και
αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη του βιομηχανικού καπιταλισμού, κατά την εποχή
του κλασικού φιλελευθερισμού.
Ο Χίτλερ ασφαλώς δεν διάθετε, ως το
1941, ένα πολύ ξεκάθαρο σχέδιο για την εξόντωση των Εβραίων και η
«Τελική Λύση» ήταν το προϊόν μιας διαρκούς αλληλεπίδρασης ανάμεσα στο
ριζοσπαστικό αντισημιτισμό και τις περιστάσεις του πολέμου.
Είναι
αυτή η αλληλεπίδραση που θα γεννήσει τα στάδια, τις μορφές και τα μέσα
του εκτοπισμού και της θανάτωσης των Εβραίων. Ακόμα και δίχως κεντρικό
σχέδιο, ωστόσο, ο εθνικο
σοσιαλισμός είχε στη διάθεσή του πολλά
μοντέλα, που δεν δίστασε ν’ ακολουθήσει. Από τη μία ήταν μοντέλα
ιδεολογικά (ο ρατσισμός, ο ευγονισμός), πολιτικά (ο ιταλικός φασισμός)
και ιστορικά (ο ιμπεριαλισμός κι η αποικιοκρατία), από την άλλη μοντέλα
τεχνολογικά και κοινωνικά (ο εξορθολογισμός των μορφών κυριαρχίας, ο
ολοκληρωτικός πόλεμος, η σειριοποιημένη εξόντωση, κλπ.), που όλα τους
πήγαζαν από το ευρωπαϊκό πολιτισμιακό πλαίσιο.
Από αυτή τη σκοπιά, η ιδιαιτερότητα της ιουδαιοκτονίας παίρνει λιγότερο τη μορφή ενός γεγονότος «χωρίς προηγούμενο» -δηλ., σύμφωνα με τον Ραούλ Χίλμπεργκ, ενός γεγονότος για το οποίο η ιστορία δεν προσφέρει κανένα συγκρίσιμο παράδειγμα, «ούτε ως προς τις διαστάσεις του ούτε ως προς τον οργανωμένο χαραχτήρα του»4- και περισσότερο τη μορφή μιας μοναδικής σύνθεσης ενός πλατιού συνόλου τρόπων κυριαρχίας και εξόντωσης, που είχαν ήδη δοκιμαστεί ξεχωριστά στην πορεία της νεότερης δυτικής ιστορίας.5 Μιας σύνθεσης μοναδικής και, γι’ αυτό το λόγο, ριζικά και τρομερά νέας, σε σημείο που να είναι αδιανόητη και συχνά ακατάληπτη για τους συγκαιρινούς της. Αυτή η συγχώνευση ιστορικών εμπειριών και μοντέλων αναφοράς, άλλοτε ανοιχτά διακηρυγμένων κι άλλοτε υπόγειων, ή ακόμα και ασυνείδητων, αποκαλύπτει την ιστορική γενεαλογία του εθνικοσοσιαλισμού στην αναδρομική ματιά μας.
Μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι, αν υπήρξε πράγματι ένας γερμανικός Sonderweg, αυτόν δεν πρέπει να τον αναζητήσουμε στη διαδικασία εθνικής ενοποίησης κάτω από την πρωσική αυτοκρατορία, αλλά επί ναζιστικού καθεστώτος, από το 1933 και εξής: δεν αφορά τις ρίζες αλλά την κατάληξη του ναζισμού.6 Η κάπως υπερβολικά κατηγορηματική διαβεβαίωση του Χίλμπεργκ εγείρει μια παρατήρηση που θα μπορούσαμε να τη διατυπώσουμε με τα λόγια του Μαρκ Μπλοκ. Ο ιδρυτής των Αnnales αναγνώριζε στην ευρωπαϊκή φεουδαρχία μια κοινωνική δομή που έφερε «οπωσδήποτε το πρωτότυπο αποτύπωμα ενός καιρού κι ενός περιβάλλοντος», δεν παρέλειπε όμως να υπενθυμίσει, μέσα από «μια κάθετη τομή συγκριτικής ιστορίας», ότι πολλά από τα γνωρίσματά της είχαν εμφανιστεί επίσης και στην παραδοσιακή Ιαπωνία. Έφτανε έτσι στο συμπέρασμα ότι η φεουδαρχία δεν ήταν «ένα γεγονός που ήρθε μια και μόνη φορά στον κόσμο».7
Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε, με τον τρόπο
του Μπλοκ, ότι αν η «Τελική Λύση» έφερε «οπωσδήποτε το πρωτότυπο
αποτύπωμα ενός καιρού κι ενός περιβάλλοντος», ορισμένα
από τα
χαραχτηριστικά της είχαν εμφανιστεί ήδη σε άλλους κα ταχτητικούς
πολέμους, σε άλλες εκστρατείες εξόντωσης, σε άλλα αντεπαναστατικά
κύματα. Αυτή η γενεαλογία, χρειάζεται να
το ξαναπούμε, δεν πρέπει να
εννοηθεί τελεολογικά. Η παρατή ρηση του Ροζέ Σαρτιέ για τη Γαλλική
Επανάσταση, ότι αν κι έχει όντως ρίζες (διανοητικές, πολιτισμικές ή
άλλες), «εντούτοις η
καθαυτό ιστορία της δεν βρίσκεται εγκλεισμένη
εκεί»,8 ισχύει εξίσου καλά και για το ναζισμό. Αν η βιομηχανική εξόντωση
προϋποθέτει το εργοστάσιο και την ορθολογική διοίκηση, αυτό δεν
σημαίνει ότι απορρέει αναπότρεπτα από εκεί, ούτε ότι η καπιταλιστική
επιχείρηση είναι ένα εν δυνάμει στρατόπεδο θανάτου ούτε ότι μέσα σε κάθε
κρατικό λειτουργό καραδοκεί ένας Αιχμαν. Αν η «Τελική Λύση»
εκμεταλλεύτηκε τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας, κυρίως στη
χημεία, κι αν ζήτησε τη
συμβολή πολλών γιατρών, ανθρωπολόγων και
ευγονιστών, αυτό αποκαλύπτει μεν τις καταστροφικές δυνατότητες της
επιστήμης αλλά δεν εξισώνει την ιατρική με μια επιστήμη θανάτου. Αν οι
αποικιακές
σφαγές πρωτοχρησιμοποίησαν κάποιες εξολοθρευτι κές πρακτικές που θα
βρουν την εφαρμογή τους και το ξεπέρασμά τους στο ναζισμό, αυτό δεν
επικυρώνει ωστόσο μια σχέση
αιτίας και αποτελέσματος ανάμεσα στα δύο αυτά πράγματα. Όμως, αυτή η διαβεβαίωση δεν ακούγεται πολύ καθησυχαστική.
Τίποτα
δεν αποκλείει, πράγματι, άλλες συνθέσεις, το ίδιο αν όχι περισσότερο
καταστροφικές, να μπορέσουν να αποκρυσταλλωθούν στο μέλλον. Οι ατομικές
βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι δείχνουν ότι ο Αντιδιαφωτισμός δεν
αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τις τεχνολογικές σφαγές. Τόσο η
ατομική βόμβα όσο και τα ναζιστικά στρατόπεδα εντάσσονται στη
«διαδικασία του πολιτισμού», στο πλαίσιο της οποίας δεν αποτελούν μια
αντίθετη τάση ή μια εκτροπή (όπως φαίνεται ότι πίστευε ο Νόρμπερτ Ελίας,
για τον οποίο η γενοκτονία των Εβραίων σημάδευε «μια οπισθοδρόμηση προς
τη βαρβαρότητα και την αγριότητα των πρωτόγονων εποχών»),9 αλλά
εκφράζουν μια από τις δυνατότητές της, μια από τις όψεις της, μια από
τις πιθανές παρεκκλίσεις της. Η απουσία αιτιότητας, από την άλλη, δεν
σημαίνει ότι τα πάντα μπορεί να αναχθούν σε τυχαίες και καθαρά τυ
πικές
ομοιότητες. Οι αρχιτέκτονες των ναζιστικών στρατοπέδων
συνειδητοποιούσαν πολύ καλά ότι έχτιζαν εργοστάσια θανάτου και ο Χίτλερ
δεν έκρυβε ότι η κατάχτηση του Lebensraum ακολουθούσε το μοτίβο των
αποικιακών πολέμων του 19ου αιώνα (κάτι που, στα μάτια του, τη
δικαίωνε). Ανάμεσα στις σφαγές του καταχτητικού ιμπεριαλισμού και την
«Τελική Λύση» δεν υπάρχουν απλώς «φαινομενολογικές ομοιότητες»10 ή
μακρινές αναλογίες.11
Υπάρχει μια ιστορική συνέχεια που κάνει τη φιλελεύθερη Ευρώπη ένα εργαστήρι των βιαιοτήτων του 20ού αιώνα και το Άουσβιτς αυθεντικό προϊόν του δυτικού πολιτισμού.12
Υποσημειώσεις
1. Είναι η μέθοδος που υιοθέτησε, παρά κάποιες σχηματοποιήσεις, αναπόφευκτες μέσα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ο Κρακάουερ: βλ. Kracauer (1987).
2. Ginzburg (1986), σελ. 158-209 (γα\λ. μτφ., σελ. 139-180).
3. Chartier (1998β), σελ. 34, 36, 44.
4. Hilberg (1988), σελ. 16.
5. Bauman (1989), σελ. xiii.
6. Steinmetz (1997), σελ. 257.
7. Bloch (1994), σελ. 610-612.
8. Chartier (1990), σελ. 21.
9. Elias (1996), σελ. 302. Β\., για τη συζήτηση αυτή, Chartier (1991), σελ. 28, Traverso (1997α), σελ. 231-234, Löwy (2001), σελ. 9-19.
10. Όπως αυτές που εντοπίστηκαν από τον Γερουσάλμι ανάμεσα στις βεβαιώσεις σχετικά με την «καθαρότητα του αίματος» (limpieza de sangre) της ισπανικής Ιεράς Εξέτασης και τους νόμους της Νυρεμβέργης. Βλ. Yerushalmi (1998), σελ. 259.
11. Όπως αυτές που υπέδειξε ο Αρνο Τζ. Μάγερ ανάμεσα στην ιουδαιοκτονία και τον ολοκληρωτικό πόλεμο του 20ού αιώνα αφενός και, αφετέρου, τον Τριακονταετή Πόλεμο ή την πρώτη σταυροφορία. Βλ. Mayer (1990), σελ. 38.
12. Ο Ερνέστ Μαντέλ διέκρινε έτσι, στον αποικιοκρατικό και ιμπεριαλιστικό ρατσισμό, το σπέρμα της εβραϊκής γενοκτονίας, βλ. Mandel (1986), σελ. 91.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου